Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2019

Μια Καλύτερη Ιδέα

Μια Καλύτερη Ιδέα


Ο Υποστράτηγος ε.ά. Robert H. Scales έγινε ευρύτερα γνωστός, πρόσφατα, λόγω της συμμετοχής του στο πρόγραμμα «Close Combat Lethality Task Force» του πρώην υπουργού άμυνας και πρώην αρχηγού των πεζοναυτών Τζαίημς Μάτις. Στο παρών άρθρο πιάνει το νήμα της εξέλιξης του δόγματος του αμερικανικού στρατού από την «Καταιγίδα της Ερήμου» και μέχρι την 11η Σεπτεμβρίου και εκφράζει τους προβληματισμούς του για την πολυχωρική μάχη. –του Robert H. Scales στο War On The Rocks


Για βετεράνους του Ψυχρού Πολέμου σαν κι έμενα είναι η «Μέρα της Μαρμότας». Για πρώτη φορά από τις επιθέσεις της 11η Σεπτεμβρίου 2001 ο στρατός ξηράς και οι πεζοναύτες εστιάζουν, και πάλι, την προσοχή τους στον πόλεμο με άλλες μεγάλες δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα. Ο στρατός, ειδικά, έχει ιδρύσει τη «Διοίκηση για τον Μελλοντικό Στρατό», που έχει οργανωθεί κατάλληλα ώστε να είναι προσανατολισμένη στο… μέλλον. Η Διοίκηση αυτή έχει αρχίσει να αναβιώνει μία εμπειρική διαδικασία με την οποία ο στρατός βλέπει το μέλλον. Η διαδικασία αυτή εμφανίστηκε τριάντα χρόνια πριν, την εποχή που η Σοβιετική Ένωση είχε καταρρεύσει και ο Πόλεμος του Κόλπου μόλις είχε ξεκινήσει.

Ο αμερικανικός στρατός κέρδισε μία συντριπτική νίκη εναντίον του στρατού του Σαντάμ Χουσεΐν, ακολουθώντας το δόγμα της «Αεροχερσαίας Μάχης», το οποίο είχε συλληφθεί στα τέλη της δεκαετίας του 1970 για να αναχαιτιστεί μία σοβιετική εισβολή στη Γερμανία. Ο χερσαίος ελιγμός, των εκατό ωρών, του Στρατηγού Νόρμαν Σβάρτσκοπφ πέτυχε, εν μέρει, επειδή ο ανίκανος ιρακινός στρατός δεν αντιστάθηκε ιδιαίτερα. Επιπλέον, το επίπεδο έδαφος στο Ιράκ και στο Κουβέιτ ήταν ιδανικό για μεγάλης κλίμακας «πόλεμο αστραπή», ανάλογο με αυτόν που διεξήχθη στη Γαλλία το 1940 από τους Γερμανούς και το 1944 από τον Πάττον. Η «Καταιγίδα της Ερήμου» είχε και στοιχεία κάθαρσης για τον αμερικανικό στρατό. Η νίκη αυτή ξέπλυνε το στίγμα του Βιετνάμ και αποκατέστησε τον στρατό δίπλα στους άλλους κλάδους των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων.

Και μετά ήρθε η 11η Σεπτεμβρίου. Για σχεδόν είκοσι χρόνια ο στρατός και οι πεζοναύτες ξέχασαν τον «μεγάλο πόλεμο» και ξαναέμαθαν τις αντι-ανταρτικές επιχειρήσεις. Μόνον αφότου οι αμερικανικές περιπέτειες στη Μέση Ανατολή άρχισαν να εκπνέουν, το 2015, η κοινότητα των διανοουμένων της άμυνας άρχισε να ξανασκέφτεται τους μεγάλους πολέμους. Το εναρκτήριο λάκτισμα δόθηκε από τον τότε υφυπουργό άμυνας Ρόμπερτ Γουόρκ, ο οποίος ζήτησε από τον στρατό να αναπτύξει αυτό που ονόμασε «Αεροχερσαία Μάχη 2.0». Έθεσε το ερώτημα, πως το δόγμα του χερσαίου πολέμου μπορούσε να αλλάξει, λόγω της εμφάνισης, μετά την «Καταιγίδα της Ερήμου», νέων τεχνολογικών χώρων, όπως το διάστημα, ο κυβερνοχώρος και ο πληροφοριακός πόλεμος. Σήμερα, η αντίληψη που είναι γνωστή ως πολυχωρικές επιχειρήσεις ικανοποιεί την πρόθεση του Γουόρκ, αφού έχει προσθέσει νέους χώρους. Αλλά στον πυρήνα της, η αντίληψη των πολυχωρικών επιχειρήσεων, απλώς έχει προσθέσει νέα επίπεδα πολυπλοκότητας στο δόγμα της Αεροχερσαίας Μάχης, που ανάγεται στη δεκαετία του 1970.

Στη βιασύνη που υπάρχει να υιοθετηθούν οι πολυχωρικές επιχειρήσεις έχει ξεχαστεί μία παλιότερη προσπάθεια του στρατού να αντιμετωπίσει το μέλλον μετά την «Καταιγίδα της Ερήμου». Το 1996 ο τότε αρχηγός του στρατού, Στρατηγός Ντένις Ρέημερ, δημιούργησε το πρόγραμμα «Army After Next – (AAN)» (ο στρατός μετά τον επόμενο) για να δει βαθιά στο μέλλον, μέχρι το 2020 με 2025. Ήμουν ο πρώτος διευθυντής αυτού του προγράμματος. Η ανάγκη να δούμε μακριά οδήγησε την ομάδα μας να αμφισβητήσει πολλές καθιερωμένες αντιλήψεις που προέρχονταν από την εμπειρία της «Καταιγίδας της Ερήμου». Για να καταλάβουμε το μέλλον, κοιτάξαμε βαθιά στο παρελθόν για να εντοπίσουμε τάσεις και αλλαγές στον πόλεμο που προκλήθηκαν κυρίως από την τεχνολογία. Φτάσαμε σε διάφορα συμπεράσματα, τα οποία διέφεραν σημαντικά από ότι ήταν αποδεκτό τότε. Πρώτα, αποδεχτήκαμε την αιρετική άποψη ότι η επανάσταση που προκλήθηκε από τα πυρομαχικά ακριβείας και τους επανδρωμένους και μη επανδρωμένους εναέριους αισθητήρες άλλαξε την παραδοσιακή ισορροπία μεταξύ πυρών και ελιγμού υπέρ των πρώτων. Ένα πεδίο μάχης που κυριαρχείται από τα πυρά ευνοεί την άμυνα. Η ιστορία έχει δείξει ότι η αποτελμάτωση, η φθορά και οι καταστροφικές απώλειες είναι οι αναπόφευκτες συνέπειες ενός τέτοιου πεδίου μάχης. Συμπεράναμε ότι ο μόνος τρόπος για να αποφύγουμε τη φθορά και τις μεγάλες απώλειες ήταν να αυξήσουμε την ταχύτητα της κίνησης διαμέσου της φονικής ζώνης που διαχωρίζει τις δύο πλευρές.

Η ταχύτητα επιτρέπει στη δύναμη ελιγμού να κινηθεί διαμέσου, γύρω ή πάνω από τη φονική ζώνη που έχει ετοιμάσει ο εχθρός. Ο κλασικός όρος που έχει χρησιμοποιηθεί γι΄ αυτόν τον ελιγμό είναι «επίθεση στο επιχειρησιακό επίπεδο / άμυνα στο τακτικό». Η προσέγγιση αυτή επιδιώκει να εκμεταλλευτεί αντί να υπερνικήσει την ισχύ της άμυνας με τη μετάβαση σε μία πλεονεκτική θέση (συνήθως στα μετόπισθεν του εχθρού) ώστε αυτός να απομείνει με δύο κακές εναλλακτικές: να μείνει εκεί που είναι και να εξασθενίσει βαθμιαία ή να επιτεθεί σε εχθρό που κατέχει το πλεονέκτημα τόσο στο έδαφος όσο και στα πυρά.

Η «Καταιγίδα της Ερήμου» έδειξε στον αμερικανικό στρατό ότι οι τεθωρακισμένες μονάδες δεν θα επιτύχουν ποτέ τις επιθυμητές ταχύτητες για να εκτελέσουν τον παραπάνω ελιγμό. Η μόνη λύση ήταν αυτός να λάβει χώρα στην τρίτη διάσταση. Αυτό που κάναμε τότε (στον Πόλεμο του Κόλπου) ήταν μία κολοβωμένη κάθετη υπερκέραση από την 101η Αεραποβατική Μεραρχία προς την προωθημένη επιχειρησιακή βάση «Αετός», μερικά χιλιόμετρα βόρεια από τη Βασόρα. Εάν ο πόλεμος διαρκούσε μία ή δύο ημέρες περισσότερο από το όριο των εκατό ωρών οι αερομεταφερόμενοι στρατιώτες της 101ης θα είχαν αποκόψει την υποχώρηση της Προεδρικής Φρουράς του Σαντάμ και θα του είχαν αποστερήσει τα μοναδικά πιστά σε αυτόν στρατεύματα, και πιθανόν θα είχαν σφραγίσει την τύχη του από το 1991, αποφεύγοντας έτσι την καταστροφική εκστρατεία του 2003.

Η ομάδα μας καταλάβαινε ότι τη δεκαετία του 1990 δεν υπήρχαν τα τεχνολογικά μέσα για έναν τέτοιας κλίμακας ελιγμό από τον αέρα. Είχαμε προβλέψει, όμως, ότι τις επόμενες τρεις δεκαετίες η τεχνολογική εξέλιξη θα επέτρεπε στον στρατό να μειώσει το βάρος των δυνάμεων ελιγμού τόσο ώστε αυτές να κινούνται στην τρίτη διάσταση. Είχαμε συμπεράνει ότι η επανάσταση της σμίκρυνσης θα μείωνε το μέγεθος κάθε κύριου στοιχείου της δυνάμεως ελιγμού από τα οχήματα μάχης μέχρι το πυροβολικό και τις εγκαταστάσεις ΔΜ. Είχαμε προβλέψει ότι μέσω του πρωτόγονου, τότε, διαδικτύου θα έρχονταν η δυνατότητα αίτησης υλικών και εφοδίων με τη μέθοδο «just in time» από τοποθεσίες πολύ μακριά στα μετόπισθεν. Προβλέψαμε την εμφάνιση του «άγρυπνου ματιού» των drone, που θα παρείχαν οτιδήποτε χρειάζονταν οι χερσαίες δυνάμεις, από πληροφορίες και πυρά μέχρι μεταφορά πυρομαχικών και καυσίμων.

Το 1997 διαπιστώσαμε ότι οι πεζοναύτες σκέφτονταν όπως εμείς στο πρόγραμμα «ΑΑΝ». Και αυτοί είχαν συνειδητοποιήσει ότι οι μαζικοί σχηματισμοί τεθωρακισμένων άνηκαν στο παρελθόν. Όπως εμείς, πίστευαν ότι ένα πεδίο μάχης το οποίο κυριαρχούνταν από τα πυρά, επέβαλλε την κατάτμηση των μονάδων σε μικρότερα τμήματα, όταν αυτές έρχονταν σε επαφή με τον εχθρό. Οι πεζοναύτες από τις ασκήσεις «Θαλάσσιος Δράκος», στο 29 Palms της Καλιφόρνια, συμπέραναν ότι οι αναδυόμενες τεχνολογίες στους αισθητήρες και στις επικοινωνίες θα επέτρεπαν σε τμήματα μεγέθους ομάδας, διεσπαρμένα σε μια ευρεία έκταση να καταστρέφουν τον εχθρό από απόσταση, χρησιμοποιώντας πυρά από πλοία, αεροσκάφη και ΕΕ/Π. Με ικανοποίηση είδα ότι μετά από είκοσι χρόνια το όραμα των ασκήσεων «Θαλάσσιος Δράκος» ζει στις κατευθυντήριες οδηγίες του νέου αρχηγού των πεζοναυτών. Στις οδηγίες αυτές αναβιώνει η αντίληψη των διανεμημένων επιχειρήσεων, που ζητά από τους πεζοναύτες να μάχονται σε μικρές αυτόνομες μονάδες, ώστε να παραμένουν αποτελεσματικές και φονικές σε ένα πεδίο μάχης που κυριαρχείται από τα πυρά. Επίσης, στις οδηγίες, οι πεζοναύτες ενισχύουν τη δέσμευση τους στην κάθετη υπερκέραση από τη θάλασσα μέσω των οργανικών τους αερομεταφερόμενων τμημάτων.

Στο τέλος της δεκαετίας του 1990 το πρόγραμμα «ΑΑΝ» είχε αρχίσει να αποδίδει καρπούς. Ο στρατός δεσμεύτηκε να αναπτύξει μια νέα γενιά οχημάτων μάχης και όπλων που ήταν κατάλληλα για εναέρια μεταφορά. Η πρωτοβουλία εκείνη έφερε την ονομασία «Future Combat Systems FCS» (Μελλοντικά Συστήματα Μάχης). Και μετά ήρθε η 11η Σεπτεμβρίου. Τα επόμενα οχτώ χρόνια ο στρατός και οι πεζοναύτες ανέστρεψαν την πρόοδο που είχε γίνει με την υιοθέτηση μιας νέας γενιάς βαρέων οχημάτων ικανών να αντιμετωπίζουν την απειλή των αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών. Οι τεχνολογικές πρόοδοι που υπολείπονταν, ώστε οι δυνάμεις μας να «βλέπουν» πρώτες και να σκοτώνουν από απόσταση δεν υλοποιήθηκαν. Το 2008 το όραμα του εναέριου ελιγμού ήταν νεκρό. Και ο λογαριασμός για την ακύρωση του FCS ξεπέρασε τα είκοσι δισεκατομμύρια δολάρια.

Επιστροφή τώρα στο 2019. Η μόνη αντίληψη του στρατού για το μέλλον που έχει μείνει όρθια είναι οι πολυχωρικές επιχειρήσεις. Αυτό σε μια εποχή που οι τεχνολογικές πρόοδοι που διαφαίνονταν το 1997 έχουν γίνει πραγματικότητα. Η επανάσταση της σμίκρυνσης που είχαμε προβλέψει είναι πραγματικότητα. Το κέντρο επικοινωνιών ενός τάγματος χωράει στην παλάμη ενός στρατιώτη. Φορητοί πύραυλοί καταστρέφουν άρματα με αξιοπιστία. Τα σμήνη drone που προβλέψαμε είναι πανταχού παρόντα. Τα ρομποτικά οχήματα δεν είναι επιστημονική φαντασία. Η τεχνητή νοημοσύνη επιτρέπει στις μονάδες ελιγμού να δουν, να εντοπίσουν και να σκοτώσουν με σχεδόν τέλεια ακρίβεια. Βλήματα ακριβείας μεγάλου βεληνεκούς σύντομα θα είναι σε θέση να ανοίξουν δρόμο για τη διέλευση της αεροκίνητης δύναμης σε απόσταση χίλια χιλιόμετρα ή και περισσότερα.

Το πιο ισχυρό επιχείρημα εναντίον της προσέγγισης που αναπτύξαμε στο πρόγραμμα «ΑΑΝ» τη δεκαετία του 1990 ήταν ότι οι πολυστρωματικές εχθρικές αεράμυνες θα απαγόρευαν την αεροκίνηση. Το επιχείρημα αυτό είναι πειστικότερο σήμερα. Οι εχθρικές αεράμυνες έχουν γίνει τόσο τρομακτικές ώστε έχουν κερδίσει το παρατσούκλι «άρνηση πρόσβασης/άρνηση περιοχής». Σύμφωνα με την αντίληψη των πολυχωρικών επιχειρήσεων η εισχώρηση και αποσάρθρωση της εχθρικής αντιαεροπορικής ομπρέλας αντιστοιχεί με την επίθεση στο επιχειρησιακό κέντρο βάρους του εχθρού.

Συμφωνώ με αυτή την προϋπόθεση. Κανένα επιθετικό δόγμα δεν μπορεί να πετύχει εάν η αμερικανική αεροπορία δεν κυριαρχήσει απόλυτα στην τρίτη διάσταση. Η νίκη επί των ρωσικών αεροπορικών δυνάμεων θεωρείται δεδομένη, με βάση το τεράστιο και ασύμμετρο πλεονέκτημα που απολαμβάνουν οι αμερικανικές αεροπορικές δυνάμεις. Η εχθρική αεράμυνα όμως είναι άλλο ζήτημα. Οι Ρώσοι, συγκεκριμένα, έχουν επενδύσει πάρα πολύ σε ένα τεράστιο, πολύπλοκο, διασυνδεδεμένο και πυκνό σύστημα αισθητήρων και πυραύλων. Οι πολυχωρικές επιχειρήσεις και το πρόγραμμα «ΑΑΝ» προσφέρουν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις στο ζήτημα της αντιμετώπισης της εχθρικής αεράμυνας. Οι πολυχωρικές επιχειρήσεις επιδιώκουν να διαπεράσουν δια της ισχύος τον θόλο και να τον οδηγήσουν σε κατάρρευση (εξ ορισμού μία προσέγγιση που ευνοεί τη φθορά). Ο εναέριος ελιγμός επιδιώκει να εκμεταλλευτεί την ταχύτητα για να φτάσει μακριά, σε κάποιο πλευρό όπου ο θόλος μπορεί να είναι λεπτός ή ανύπαρκτος. Και οι δύο προσεγγίσεις θα έχουν απώλειες. Η σύγχρονη ιστορία, όμως, δείχνει ότι οι αεράμυνες είναι σχετικά στατικές και με την ανάλογη επιμονή και τις θυσίες μπορούν να νικηθούν από τον αέρα.

Οι διαφορές των δύο προσεγγίσεων καταλήγουν στο αν οι αμερικανικές χερσαίες δυνάμεις θα πρέπει να επενδύσουν στα εγγενή τους πλεονεκτήματα ή να προσπαθούν να ισοφαρίσουν τα πλεονεκτήματα του εχθρού. Γιατί οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις δεν επιλέγουν να εκμεταλλευτούν πλήρως την κυριαρχία τους στον αέρα αντί να προσπαθούν να ισοφαρίσουν τις ρωσικές χερσαίες δυνάμεις άρμα προς άρμα; Μία σύγκρουση όπως αυτές που προβλέπαμε στον Ψυχρό Πόλεμο θα κατέληγε σε μια αργόσυρτη αιματοχυσία που θα παρήγαγε απώλειες που ο αμερικανικός λαός δεν θα μπορούσε να αποδεχτεί, ενώ οι Ρώσοι και οι Κινέζοι θα αποδέχονταν.

Δεν προτείνω ο στρατός να σταματήσει ή να επιβραδύνει την ανάπτυξη της πολυχωρικής μάχης. Προτείνω η Διοίκηση του Μελλοντικού Στρατού να εξετάσει παράλληλα και το δικό μας μονοπάτι με ανοιχτό μυαλό. Θα κοστίσει μόνο εγκεφαλική και ηλεκτρονική ισχύ και χρόνο.Στα αρχεία του στρατού, των πεζοναυτών και του υπουργείου άμυνας υπάρχουν πολλά πειράματα, πολεμικά παίγνια και επιστημονικές μελέτες που επιβεβαιώνουν την αξία των συμπερασμάτων του προγράμματος «ΑΑΝ».

Κατά τη διάρκεια των ημερών μου στο πρόγραμμα «ΑΑΝ» η ομάδα μας συχνά ενέσκηπτε στα ιστορικά διδάγματα. Μία περίπτωση μας στοίχειωνε τότε και με στοιχειώνει ακόμη. Ο γαλλικός στρατός παρέμεινε προσκολλημένος πεισματικά σε μία μονόπλευρη προσέγγιση, ενώ προετοιμάζονταν για τον Β΄ Π.Π. Οι Γάλλοι αξιωματικοί ήταν διανοητικά σκλάβοι ενός δόγματος που ευνοούσε την ισχύ πυρός και είχε δοκιμαστεί τελευταία φορά το 1918. Η Βέρμαχτ άφησε πίσω την ισχύ πυρός και επικεντρώθηκε στην ταχύτητα. Συγκέρασε τη μηχανή εσωτερικής καύσης και τον ασύρματο για να παραγάγει τον πόλεμο αστραπή. Τον Μάιο του 1940 διαπέρασε μάζες υπέρτερου γαλλικού πυροβολικού για να φτάσει στη Θάλασσα της Μάγχης σε έξι μέρες. Η Γαλλία είχε το πλεονέκτημα στην ποιότητα και στην ποσότητα. Η Γερμανία είχε μια καλύτερη ιδέα

Σχετικές αναρτήσεις



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου