Το παρακάτω άρθρο γράφτηκε από τον Αμερικανό Ταγματάρχη John Spencer και αναρτήθηκε στον ιστότοπο Modern War Institute στις 14/11/2016. O Spencer ανήκει στο πεζικό και έχει υπηρετήσει στο ελαφρύ καθώς και στο μηχανοκίνητο πεζικό. Το άρθρο αναφέρεται σε μια πτυχή των επιχειρήσεων στη Βαγδάτη που δεν έχει τύχη ιδιαίτερης προσοχής.
Ρωτήστε οποιονδήποτε βετεράνο του Πολέμου του Ιράκ για το Τζέρσεϋ, την Αλάσκα, το Τέξας και το Κολοράντο και θα εκπλαγείτε γιατί δεν θα σας πούνε κάτι γι΄ αυτές τις πολιτείες αλλά θ΄ ακούσετε ιστορίες για κατασκευές από τσιμέντο. Πολλοί στρατιώτες που πήγαν στο Ιράκ έγιναν ειδικοί στο τσιμέντο. Το τσιμέντο έφτασε να συμβολίζει γι΄ αυτούς την παρουσία τους στο Ιράκ τόσο πολύ όσο και το όπλο που έφεραν. Κανένα άλλο όπλο ή τεχνολογία δεν έκανε περισσότερα για να εξασφαλιστούν οι στρατηγικοί στόχοι της παροχής ασφάλειας στους στρατιωτικούς και στον πληθυσμό, της εγκαθίδρυσης της σταθερότητας και της εξάλειψης των τρομοκρατικών απειλών απ΄ ότι το τσιμέντο. Αυτό ήταν περισσότερο εμφανές στο αστικό περιβάλλον της Βαγδάτης. Η αυξανόμενη αστικοποίηση του πλανήτη σημαίνει ότι ο αμερικανικός στρατός σχεδόν σίγουρα θα μάχεται μέσα σε πόλεις στους μελλοντικούς πολέμους. Θα είναι μεγάλη απώλεια εάν ο στρατός αφήσει την εμπειρία που αποκτήθηκε με κόπο στους δρόμους της Βαγδάτης σε ότι αφορά τη χρήση του τσιμέντου να χαθεί.
Ρωτήστε οποιονδήποτε βετεράνο του Πολέμου του Ιράκ για το Τζέρσεϋ, την Αλάσκα, το Τέξας και το Κολοράντο και θα εκπλαγείτε γιατί δεν θα σας πούνε κάτι γι΄ αυτές τις πολιτείες αλλά θ΄ ακούσετε ιστορίες για κατασκευές από τσιμέντο. Πολλοί στρατιώτες που πήγαν στο Ιράκ έγιναν ειδικοί στο τσιμέντο. Το τσιμέντο έφτασε να συμβολίζει γι΄ αυτούς την παρουσία τους στο Ιράκ τόσο πολύ όσο και το όπλο που έφεραν. Κανένα άλλο όπλο ή τεχνολογία δεν έκανε περισσότερα για να εξασφαλιστούν οι στρατηγικοί στόχοι της παροχής ασφάλειας στους στρατιωτικούς και στον πληθυσμό, της εγκαθίδρυσης της σταθερότητας και της εξάλειψης των τρομοκρατικών απειλών απ΄ ότι το τσιμέντο. Αυτό ήταν περισσότερο εμφανές στο αστικό περιβάλλον της Βαγδάτης. Η αυξανόμενη αστικοποίηση του πλανήτη σημαίνει ότι ο αμερικανικός στρατός σχεδόν σίγουρα θα μάχεται μέσα σε πόλεις στους μελλοντικούς πολέμους. Θα είναι μεγάλη απώλεια εάν ο στρατός αφήσει την εμπειρία που αποκτήθηκε με κόπο στους δρόμους της Βαγδάτης σε ότι αφορά τη χρήση του τσιμέντου να χαθεί.
Όταν πήγα στο Ιράκ ως πεζικάριος το 2008 δεν μπορούσα να
φανταστώ ότι θα γινόμουν «ειδικός» στο τσιμέντο. Αλλά αυτό έγινε – από μικρούς
τσιμεντένιους φράχτες για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας μέχρι τεράστιους φράχτες
για να προστατευτούμε από IEDs, βολές όλμων και
ρουκέτες. Μικροσκοπικοί τσιμεντένιοι φράχτες απονέμονταν από τους ανώτατους
αξιωματικούς ως αναμνηστικά για τη θητεία στο Ιράκ. Με το τέλος της υπηρεσίας
μου στο Ιράκ μπορούσα να σας πω πόσο ζύγιζε καθένας τσιμεντένιος φράχτης. Πόσο
κόστιζε. Τι γερανός χρειάζονταν για να μεταφερθεί. Πόσοι μπορούσαν να
τοποθετηθούν σ΄ ένα βράδυ. Πόσοι μπορούσαν να μεταφερθούν από ένα στρατιωτικό
όχημα μέχρι τα υδραυλικά του να καταρρεύσουν.
Η Βαγδάτη ήταν γεμάτη με φράχτες από τσιμέντο, τοίχους
και πύργους παρατήρησης. Κάθε τύπος είχε πάρει το όνομα μιας πολιτείας σε
αντιστοιχία με το μέγεθος και το βάρος του. Υπήρχαν μικροί φράχτες (3 πόδια
ύψος, 2 τόνοι) που ονομάζονταν Τζέρσεϋ, μεσαίοι (6 πόδια ύψος, 3,5 τόνοι) που
ονομάζονταν Κολοράντο ή Τέξας (6 πόδια και 8΄΄ ύψος, 6 τόνοι) και μεγάλοι (12
πόδια ύψος, 7 τόνοι) που ονομάζονταν Αλάσκα. Υπήρχαν ακόμη Τ-τοίχοι (τοίχοι
σχήματος αντεστραμμένου Τ) (12 πόδια ύψος, 6 τόνοι) και κατασκευές όπως οχυρά
(6 πόδια ύψος, 8 τόνοι) και πύργοι επιτήρησης (15-28 πόδια ύψος).
Μία από τις πρώτες χρήσεις του τσιμέντου στο πεδίο της
μάχης ήταν για να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη απειλή από τους αυτοσχέδιους
εκρηκτικούς μηχανισμούς (IEDs). Από το 2004 το
επίκεντρο της προσοχής στο Ιράκ ήταν οι βόμβες που τοποθετούνταν στο πλάι των
δρόμων. Η κύρια τακτική που ακολουθούνταν για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος ήταν
να τοποθετηθούν τσιμεντένιοι Τ-τοίχοι (ύψους 12 ποδιών) κατά μήκος κάθε μεγάλου
δρόμου. Οι στρατιώτες δούλεψαν για μέρες, βδομάδες και μήνες τοποθετώντας αυτές
τις πλάκες σε κάθε μεγάλο αυτοκινητόδρομο και στη συνέχεια βάζοντας
τσιμεντένιους φράχτες σε μικρότερους δρόμους. Με 600$ για κάθε φράχτη το κόστος
του τσιμέντου τα οχτώ χρόνια του πολέμου στο Ιράκ ανήλθε σε δισεκατομμύρια
δολάρια.
Για να πούμε την αλήθεια οι τσιμεντένιοι τοίχοι δεν
εξαφάνισαν την απειλή των IEDs. Όπως κάθε κώλυμα
πρέπει να καλύπτονται από τη φίλια παρατήρηση και αυτό δεν ήταν πάντα εφικτό.
Ως συνέπεια ο εχθρός προσαρμόστηκε τοποθετώντας τους αυτοσχέδιους εκρηκτικούς
μηχανισμούς μέσα ή πάνω στους τοίχους. Επίσης χρησιμοποίησε πιο προηγμένες
μορφές IEDs από ξένες πηγές – εκρηκτικά κοίλης γόμωσης που μπορούσαν
να διατρήσουν οποιονδήποτε τοίχο, πολλά από τα οποία ο στρατός πίστευε ότι
προέρχονταν από το Ιράν. Έτσι ο εχθρός απέκτησε τη δυνατότητα να τοποθετεί τους
αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς από την εξωτερική πλευρά των τσιμεντένιων
τοίχων. Σε κάθε περίπτωση τα εμπόδια από τσιμέντο δυσκόλεψαν την τοποθέτηση των
IEDs, μείωσαν τη φονικότητα αυτών των μηχανισμών, κατεύθυναν την κυκλοφορία των
οχημάτων και προστάτευσαν τα σημεία ελέγχου. Επίσης στέρησαν από τους
επαναστάτες τη δυνατότητα να κινούνται στη Βαγδάτη με μεγάλους, φερόμενους επί
οχημάτων, εκρηκτικούς μηχανισμούς, οι οποίοι δημιουργούσαν μαζικές απώλειες και
απειλούσαν την εξουσία της ιρακινής κυβέρνησης.
Οι IEDs δεν ήταν η μοναδική σημαντική απειλή για τις αμερικανικές δυνάμεις. Λίγο
μετά την εισβολή το 2003 οι αμερικανικές δυνάμεις άρχισαν να δέχονται πυρά όλμων
και ρουκετών στα φυλάκια και στις βάσεις τους. Αυτές οι επιθέσεις έγιναν ακόμη
πιο επικίνδυνες όταν οι αμερικανικές δυνάμεις βγήκαν από τις μεγάλες βάσεις και
μετακινήθηκαν σε μικρότερα στρατόπεδα μέσα σε πόλεις, ανάμεσα στον πληθυσμό
τους, όπου η δυνατότητα να ανταποδώσουν σε επιθέσεις από όπλα καμπύλης τροχιάς
ήταν σχεδόν ανύπαρκτη εξαιτίας του φόβου να προκληθούν απώλειες στον πληθυσμό.
Και πάλι η λύση ήταν το τσιμέντο. Τσιμεντένιες πλάκες τοποθετήθηκαν όχι μόνο
στην εξωτερική περίμετρο των στρατοπέδων αλλά και εσωτερικά γύρω από κάθε
κτίριο. Αυτό μείωσε σημαντικά την επίδραση των εισερχόμενων βλημάτων.
Το τσιμέντο επίσης έδωσε ελευθερία ενεργείας εντός του
αστικού τοπίου. Στα πρώτα χρόνια του πολέμου οι αμερικανικές δυνάμεις
αναζητούσαν κατάλληλους χώρους διαβίωσης. Οι διοικητές έψαχναν για εγκαταλελειμμένα
εργοστάσια, δημόσια κτίρια και σε ορισμένες περιπτώσεις για σχολεία. Τα
περιτοιχισμένα κτίρια προτιμήθηκαν επειδή δεν υπήρχαν υλικά στο περιβάλλον
–όπως χώμα για γαιόσακους- για την κατασκευή μέσων προστασίας. Καθώς οι
ικανότητες των στρατιωτών στη χρησιμοποίηση του τσιμέντου βελτιώνονταν
μπορούσαν να καταλαμβάνουν ανοιχτούς χώρους και μέσα σε βδομάδες να έχουν
περιτοιχίσει το νέο τους στρατόπεδο και να έχουν τοποθετήσει τσιμεντένιους
πύργους επιτήρησης.
Η ανάγκη για τσιμέντο έγινε τεράστια. Εργοστάσια
τσιμέντου έπρεπε να βρεθούν, να κατασκευαστούν και να επεκταθούν σε όλο το
Ιράκ. Νέα συμβόλαια έπρεπε να συναφθούν. Η εύρεση του τσιμέντου έγινε το ίδιο
σημαντική με την τοποθέτηση του.
Ένα σημαντικό στοιχείο στην αντιμετώπιση της έκρηξης βίας
που ξέσπασε το 2007 ήταν η εκκαθάριση και εξασφάλιση των γειτονιών της
Βαγδάτης. Οι αμερικανικές δυνάμεις ανακάλυψαν ότι το τσιμέντο ήταν το πιο
αποτελεσματικό όπλο για να μειώσουν τη βία και να προστατέψουν τον τοπικό
πληθυσμό. Χρησιμοποίησαν το τσιμέντο για να μειώσουν την πολυπλοκότητα της
αστικής δομής. Περιτοίχισαν γειτονιές και τοποθέτησαν μέλη των ιρακινών
δυνάμεων ασφαλείας ή της οργάνωσης Υιοί του Ιράκ (SOI) σε σημεία ελέγχου στις περιορισμένες εισόδους αυτών των νέων πόλεων μέσα
στις πόλεις. Έτσι αυτοί που επάνδρωναν τα σημεία ελέγχου μπορούσαν να κάνουν
έλεγχο σε αυτούς που επιθυμούσαν να εισέλθουν και να ανταποκρίνονται σε
καταστάσεις που δημιουργούνταν κοντά στις θέσεις τους. Αυτό περιόρισε τη
δυνατότητα των επαναστατών να δημιουργούν μαζικές απώλειες με τη χρήση IEDs και να μετακινούν δυνάμεις ελεύθερα. Η περιτοίχιση των
γειτονιών που κινδύνευαν έγινε καθημερινή ρουτίνα. Μια ταξιαρχία για παράδειγμα
τοποθέτησε 30 μίλια Τ-τοίχων (ύψους 12 ποδών) για να δημιουργηθούν αυτό που
τότε αποκλήθηκε «ασφαλείς κοινότητες».
Η όλη ιδέα δεν ήταν καινούρια. Οι Βρετανοί είχαν
χρησιμοποιήσει οχυρωμένες οικείες για να αναχαιτίσουν τους Μπόερς στον Δεύτερο
Πόλεμο των Μπόερς. Κατά τη διάρκεια του ΄50 οι Βρετανοί, επίσης, είχαν
χρησιμοποιήσει επιτυχώς οχυρωμένα χωριά για να διαχωρίσουν τον πληθυσμό από
τους αντάρτες. Οι Γάλλοι στη μάχη του Αλγερίου απέκλεισαν το Casbah και τους 100.000 κατοίκους του για να πολεμήσουν τους
τρομοκράτες του FNL (National Liberation Front). Στον σύγχρονο πόλεμο το τσιμέντο επέτρεψε αυτό που γινόταν ήδη να
γίνεται με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.
Τον Μάρτιο του 2008, σε αυτό που αργότερα αποκλήθηκε μάχη
για την πόλη Sadr, οι συμμαχικές δυνάμεις κατέστησαν το τσιμέντο όπλο. Ο Σιίτης ιερέας Moqtada al-Sadr τερμάτισε τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός αντιδρώντας
στην επίθεση της ιρακινής κυβέρνησης στο νότο, κυρίως στη σιιτική πόλη Basra, και υποκίνησε μεγάλης κλίμακας επιθέσεις από πιστά μέλη του Jaish al-Mahdi (JAM), την πολιτοφυλακή του Sadr, εναντίον των
συμμαχικών και ιρακινών δυνάμεων στη Βαγδάτη. Οι επιθέσεις τους αποσκοπούσαν
στο να κατακλύσουν τα σημεία ελέγχου των ιρακινών, να μολύνουν τους δρόμους της
Βαγδάτης με IEDs, να πλήξουν στόχους στη Βαγδάτη με βλήματα όλμων και ρουκέτες των 107
χλστ. συμπεριλαμβανομένης και της Πράσινης Ζώνης*.
Για τον εχθρό το κέντρο βάρους της επιχείρησης του ήταν η
υποστήριξη και οι προμήθειες που λάμβανε από την πόλη Sadr. Αυτός ο σιιτικός θύλακας έχει έκταση δεκατρία τετραγωνικά μίλια και την
εποχή της μάχης υπολογίζονταν ότι είχε περισσότερο από δύο εκατομμύρια
κατοίκους. Οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν διεξάγει επιτυχημένες επιδρομές
εναντίον της ηγεσίας του JAM μέσα στη Sadr. Αλλά κάθε στοιχείο που εισέρχονταν στη Sadr είχε μόνο μερικά λεπτά για να ολοκληρώσει την αποστολή
του πριν οι δυνάμεις του JAM κατακλύσουν σαν σμήνος από φονικές μέλισσες τους εισβολείς. Τελικά, μετά
από μια αεροπορική επίθεση τον Οκτώβριο του 2007 η οποία σκότωσε αριθμό πολιτών
ο ιρακινός πρωθυπουργός έθεσε τη Sadr εκτός δικαιοδοσίας των αμερικανικών δυνάμεων. Έτσι αυτός ο τομέας της
Βαγδάτης έγινε ασφαλές καταφύγιο για τις εχθρικές δυνάμεις απ΄ όπου εκτόξευαν
επιθέσεις και απαγορευμένη ζώνη στην οποία μπορούσαμε να εισέλθουμε μόνο
κατόπιν άδειας από τα υψηλότερα κλιμάκια της διοίκησης.
Για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση οι αμερικανικές
δυνάμεις κατέφυγαν σε τακτικές πολιορκίας. Όμως αντίθετα με ότι μας διδάσκει η
ιστορική εμπειρία δεν επιτέθηκαν για να διαπεράσουν κάποιο τείχος αλλά
πολιόρκησαν τον εχθρό χτίζοντας τσιμεντένιους τοίχους. Κάθε βράδυ οι
αμερικανικές δυνάμεις μετέφεραν με γερανούς τσιμεντένιους Τ-τοίχους, ύψους 12
ποδών. Σε μια καλή νύχτα οι στρατιώτες μπορούσαν να τοποθετήσουν 122 τέτοιες
πλάκες. Ο εχθρός επιτίθονταν στους στρατιώτες που τοποθετούσαν τις πλάκες κι
έτσι δεν ήταν ασυνήθιστο θέαμα οι πλάκες να αιωρούνται από τους γερανούς την
ώρα που επιθετικά ελικόπτερα, άρματα και Bradleys αντάλλασσαν πυρά με τον εχθρό.
Μέσα σε τριάντα ημέρες οι στρατιώτες τοποθέτησαν πάνω από
3.000 Τ-τοίχους για να δημιουργήσουν ένα τείχος τριών μιλίων το οποίο
διασυνδέονταν με άλλα εμπόδια που είχαν τοποθετηθεί παλιότερα και ολοκλήρωνε
την περικύκλωση της Sadr. Το τείχος απομείωσε την ικανότητα
του JAM να μεταφέρει εφόδια και να διενεργεί επιθέσεις έξω από τα
περιτειχισμένα όρια της πόλης, ήρε τη δυνατότητα αυτών που ήταν στην πόλη να
επικοινωνούν με θέσεις εκτόξευσης έξω απ΄ αυτήν και δημιούργησε σημεία ελέγχου
όπου οι τρομοκράτες μπορούσαν να διακριθούν από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Και καθώς
ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας και Αμερικανοί στρατιώτες εισήλθαν στην πόλη για να
την εκκαθαρίσουν το τείχος μείωσε τον κίνδυνο από εξωτερικές επιθέσεις και
επέτρεψε στις φίλιες δυνάμεις να διατηρήσουν την πρωτοβουλία.
Πολλοί στον στρατό πιστεύουν ότι ο πόλεμος στο μέλλον θα
περιλαμβάνει επιχειρήσεις σε μεγάλες πόλεις με πληθυσμό πάνω από δέκα
εκατομμύρια κατοίκους. Ο αμερικανικός στρατός πέρασε οχτώ χρόνια πολεμώντας στη
Βαγδάτη. Το τσιμέντο συνεισέφερε στο να μειωθεί η πολυπλοκότητα του αστικού
περιβάλλοντος, αποτέλεσε το σημαντικότερο μέσο για να εμπεδωθεί η σταθερότητα
και λειτούργησε ως πανίσχυρο όπλο εναντίον των εχθρικών καταφυγίων μέσα στην
πόλη.
Τι από την εμπειρία που αποκτήθηκε σχετικά με το τσιμέντο
θα πρέπει να αφορά τις μελλοντικές επιχειρήσεις; Θα πρέπει ο στρατός να
ενσωματώσει τη χρήση του τσιμέντου στα σχέδια για επείγουσες καταστάσεις σε
κατοικημένες περιοχές; Θα πρέπει να εξοπλίσει τους μάχιμους σχηματισμούς με
καλύτερους γερανούς ως οργανικό τους τμήμα; Θα πρέπει να προτοποθετήσει
τσιμέντο; Θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα για το που θα βρεθεί τσιμέντο σε
συγκεκριμένες πόλεις ενδιαφέροντος; Θα πρέπει να γίνει έρευνα για την ανάπτυξη
τεχνολογιών που θα επιτρέπουν την ανύψωση πλακών έξι τόνων ώστε οι στρατιώτες
να μπορούν να τις τοποθετούν στη θέση τους με το χέρι; Εγώ λέω ναι σε όλα τα
παραπάνω. Αλλά κατ΄ ελάχιστο αυτές είναι οι ερωτήσεις που θα πρέπει να
απασχολήσουν τους στρατιωτικούς σχεδιαστές. Το τσιμέντο μπορεί να μην είναι
σέξυ αλλά είναι το πιο αποτελεσματικό όπλο στο σύγχρονο πεδίο της μάχης.
Στμ: Πράσινη Ζώνη: Μία έκταση 10 τετρ. χλμ. στη Βαγδάτη που διοικούνταν
από τη Συμμαχική Προσωρινή Αρχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου