Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2018

Θέλουν οι ΗΠΑ να Πάνε σε Πόλεμο με το Ιράν για τη Συρία;



Παρά την αρχική επιφυλακτικότητα του Τραμπ, οι κίνδυνοι για μία απροσδιορίστου χρόνου στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ στον συριακό πόλεμο αυξάνονται. –Της συντακτικής ομάδας του AL MONITOR


Τον Φεβρουάριο είχαμε γράψει: «Αν και το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ) έχει σχεδόν ηττηθεί, υπάρχει ο κίνδυνος σύγκρουσης στη Συρία μεταξύ των μεγάλων περιφερειακών και παγκόσμιων δυνάμεων. Αυτή η τροπή των γεγονότων μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ως έλλειμμα φαντασίας και ηγεσίας και απαιτείται άμεσος αναστοχασμός των συνθηκών που θα οδηγήσουν στη λήξη του πολέμου… η αλλαγή πορείας στη Συρία απαιτεί και αλλαγή του τρόπου σκέψης. Τα τελευταία κεφάλαια στη μάχη εναντίον του ΙΚ θα έπρεπε να οδηγούν σε ευκαιρίες και όχι σε κρίση. Η επιλογή του πολέμου «δι΄ αντιπροσώπων» έχει καταστεί δυσοίωνη. Αμερικανικές, ρωσικές, τουρκικές, ιρανικές και ισραηλινές δυνάμεις είναι τώρα όλες ενεργά μέρη της σύγκρουσης. Οι Σύριοι δρώντες, και οι περιφερειακοί υποστηρικτές τους, έχουν τη δυνατότητα να σύρουν τις μεγάλες δυνάμεις στην άβυσσο, εκτός και αν οι ΗΠΑ και η Ρωσία οδηγήσουν τα πράγματα αλλού.».

Ο κίνδυνος της κλιμάκωσης, συμπεριλαμβανομένων των ατυχημάτων, έχει μόνο μεγαλώσει τους τελευταίους δέκα μήνες. Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει υπαναχωρήσει από τους δισταγμούς που είχε για μία απροσδιορίστου χρόνου εμπλοκή στη Συρία, ίσως λόγω της έρευνας για τη ρωσική ανάμιξη στις αμερικανικές εκλογές του 2016, της απώλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων από τους Ρεπουμπλικάνους και των αλλαγών στο επιτελείο του Λευκού Οίκου. Αν και ο Τραμπ στις 14 Απριλίου είχε πει ότι «η Αμερική δεν επιδιώκει την ατέρμονη παρουσία της στη Συρία, υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις», ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας John Bolton έθεσε κατ΄ ουσία τις συνθήκες γι΄ αυτήν όταν στις 24 Σεπτεμβρίου δήλωσε: «Δεν πρόκειται να φύγουμε όσο ιρανικά στρατεύματα βρίσκονται έξω από τα σύνορα του Ιράν και αυτό συμπεριλαμβάνει και τις ιρανικές παραστρατιωτικές οργανώσεις.».

Όπως εξήγησε στο Al-Monitor ο Mohammad Ali Shabani η αμερικανική πολιτική της «μέγιστης πίεσης» είναι απίθανο να εκδιώξει το Ιράν από τη Συρία. Το ιρανικό κοινοβούλιο ενεργεί επίσης για την παράκαμψη των αμερικανικών κυρώσεων και την εγκαθίδρυση ενός ειδικού καναλιού που θα εξυπηρετήσει το εμπόριο με ευρωπαϊκές χώρες, όπως αναφέρθηκε από το Al-Monitor την προηγούμενη εβδομάδα.

Στο μεταξύ οι δεσμοί Τουρκίας – Ιράν έχουν ενδυναμωθεί, καθώς οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας έχουν επιδεινωθεί. Ο Saeid Jafari έγραψε ότι: «Η αποτυχία της Ευρώπης να αντιμετωπίσει τις ρωσικές απειλές, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την Κριμαία και την κρίση της Συρίας, ώθησε την Τουρκία να σταματήσει να περιμένει την Ευρώπη και να έρθει σε συμφωνία με το Ιράν και τη Ρωσία μόνη της.». «Οι ενέργειες του Ιράν μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία το 2016 –ιδιαίτερα συγκρινόμενες με τη στάση άλλων χωρών του Κόλπου- βοήθησε την προσέγγιση των δύο χωρών. Η πρόκληση που δημιούργησε τόσο στην Τεχεράνη όσο και στην Άγκυρα η Σαουδική Αραβία, επίσης, δεν μπορεί να ξεχαστεί. Για παράδειγμα, η συμπεριφορά του Ριάντ έναντι του Κατάρ, συμμάχου της Τουρκίας και φίλου του Ιράν, έσπρωξε την Άγκυρα περισσότερο προς το Ιράν παρά προς τη Σαουδική Αραβία, σε ότι αφορά τις περιφερειακές πολιτικές… Σε μια περίοδο που το Ιράν αντιμετωπίζει πίεση από τις ΗΠΑ και τη Σαουδική Αραβία είναι απίθανο ότι η Τουρκία θα τις συνδράμει, ιδιαίτερα όταν οι σχέσεις της Άγκυρας με αυτές τις δύο χώρες είναι στο χειρότερο τους σημείο.».

Ενώ οι ΗΠΑ έχουν διακηρύξει ότι δεν επιζητούν αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν, κάποιοι στην κυβέρνηση Τραμπ θεωρούν ότι η κυβέρνηση του Ιράν βρίσκεται στο χείλος της κατάρρευσης, εξαιτίας της πτώσης της οικονομίας και της νέας γενιάς, που έχοντας πρόσβαση στο διαδίκτυο έχει κουραστεί από τον αυταρχισμό των αγιατολάχ. Υπάρχουν βέβαια διαφορετικές τάσεις και ένταση στο Ιράν, που παρουσιάζονται επαρκώς στο δικό μας Iran Pulse. Αλλά, κανείς θα πρέπει να θυμάται τι είχε πει ο Michael Corleone στην ταινία «Ο Νονός, ΙΙ» για τον αντίπαλο του Hyman Roth: «πεθαίνει από την ίδια καρδιακή προσβολή τα τελευταία είκοσι χρόνια». Στην περίπτωση του Ιράν μιλάμε για σαράντα χρόνια καρδιακής προσβολής, από την ισλαμική επανάσταση. Κάποτε μπορεί να υπάρξει αλλαγή, αλλά οι ΗΠΑ μέχρι τώρα δεν έχουν επιδιώξει να παίξουν κεντρικό ρόλο σε σχέση με το πότε, πως και με ποιες συνθήκες μπορεί να επέλθει αυτή η αλλαγή. Υπάρχει πάντα και το ερώτημα τι θα επακολουθήσει και αν θα υπάρξουν συνέπειες για τα αμερικανικά συμφέροντα και τη σταθερότητα στο Ιράκ, στη Συρία και στον Λίβανο, όπως και για τον πληθυσμό του Ιράν σε περίπτωση αλλαγής.


Το Ιράν δεν είναι η Πολωνία του 1989, όπου η Αλληλεγγύη, με την υποστήριξη του προέδρου Ρόναλντ Ρήγκαν και του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄, και οι δύο δημοφιλείς μεταξύ των Πολωνών, έδιωξε την κομμουνιστική κυβέρνηση από την εξουσία. Ούτε οι ΗΠΑ προσεγγίζουν τώρα το Ιράν με τη σοφία και τη διακριτικότητα που είχε επιδείξει ο πρόεδρος Μπους ο πρεσβύτερος κατά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Αντιθέτως οι ΗΠΑ έχουν πάρει την οδό της μέγιστης πίεσης, εγκαταλείποντας, προς το παρόν, την άμεση διπλωματική επαφή, παραχωρώντας τη δυνατότητα επιρροής στο Ιράν στη Ρωσία και στην Κίνα. Ενώ, αναμφίβολα, οι αμερικανικές κυρώσεις έχουν στριμώξει το Ιράν, το κατά πόσο οι ΗΠΑ μπορούν να γίνουν δημοφιλείς μεταξύ των Ιρανών με αυτές τις κυρώσεις είναι ένα ερώτημα. Οι αμερικανικές κυρώσεις και οι χαρακτηρισμοί από ανώτερους Αμερικανούς αξιωματούχους έχουν αναζωογονήσει ένα αίσθημα πατριωτισμού σε πολλούς Ιρανούς, ένα αίσθημα ότι η Ισλαμική Δημοκρατία μπορεί να χρειαστεί να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη αμερικανική πίεση και να καταπραΰνει την αγανάκτηση που υπάρχει στον κόσμο για τις οικονομικές δυσκολίες, όπως παρουσιάσαμε τον προηγούμενο μήνα.

Το Ιράν δεν είναι, επίσης, το Ιράκ του 2003. Υπάρχει μία αίσθηση déjà vu στις κατηγορίες που εκτοξεύονται για τις παράνομες ιρανικές δραστηριότητες και την υποστήριξη της Χεζμπολλά, που θυμίζουν τις κατηγορίες για τα υποτιθέμενα όπλα μαζικής καταστροφής του Σαντάμ Χουσεΐν, που μπορούν να δημιουργήσουν το υπόστρωμα για στρατιωτική ενέργεια, όπως έγινε στο Ιράκ το 2003. Η διαφορά μεταξύ τότε και τώρα είναι ότι η κυβέρνηση του George W. Bush είχε κάνει γνωστή την πρόθεση της και είχε δεσμεύσει το πολιτικό της κεφάλαιο και τους στρατιωτικούς της πόρους στην εισβολή, την οποία ο Τραμπ χαρακτήρισε: «τη χειρότερη απόφαση όλων των εποχών».

Αυτό καθιστά την παρούσα αμερικανική προσέγγιση του Ιράν στη Συρία γρίφο. Έχει αναφερθεί ότι ο Τραμπ είπε στον Bolton: «Δεν θα σε αφήσω ν΄ αρχίσεις πόλεμο με το Ιράν». Βρίσκουμε δύσκολο να πιστέψουμε ότι ο Τραμπ, με δεδομένη την αντίθεση του σε ατέρμονες στρατιωτικές δεσμεύσεις στη Μέση Ανατολή, θα ήθελε να μείνει στην ιστορία για μια ανάλογη εμπλοκή στη Συρία, με όλους τους επακόλουθους κινδύνους για κλιμάκωση.

Η επιφυλακτικότητα του Τραμπ για μία απροσδιορίστου χρόνου στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία έχει υποστηρικτές σε όλο το αμερικανικό πολιτικό φάσμα. Ο προκάτοχος του Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος όπως και ο Τραμπ ήταν αντίθετος στον πόλεμο στο Ιράκ, αντιστάθηκε σε εισηγήσεις από ανθρώπους της κυβέρνησης του που ήταν υπέρμαχοι μεγαλύτερης στρατιωτικής εμπλοκής στη Συρία. Η κοινή γνώμη είναι ανήσυχη, στην καλύτερη περίπτωση, για μία εκτενέστερη στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία ή για εμπλοκή με το Ιράν. Μία δημοσκόπηση της Huffington Post/YouGov τον Μάρτιο έδειξε ότι μόνο 23% των Αμερικανών υποστηρίζουν την κήρυξη πολέμου στο Ιράν. Σε δημοσκόπηση του CBS τον Απρίλιο του 2017 μόνο 18% των Αμερικανών υποστήριζε τη χρήση χερσαίων δυνάμεων στη Συρία.

Ίσως ο Τραμπ να αναζητήσει την «τέχνη της συμφωνίας» (art of deal) και με το Ιράν. Ο Bolton και άλλοι μπορεί να πιστεύουν ότι οι κυρώσεις θα οδηγήσουν μία καταρρέουσα ιρανική κυβέρνηση στην πτώση, όμως ο Τραμπ, παρά την εχθρότητα του εναντίον της ιρανικής κυβέρνησης, μπορεί να μην έχει ξεγράψει την προοπτική μιας συμφωνίας, καλύτερης από το Κοινό Αναλυτικό Σχέδιο Δράσης, εάν μια τέτοια συμφωνία μπορεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα των ιρανικών πυραύλων και των περιφερειακών θεμάτων. Τον Σεπτέμβριο ο Τραμπ έγραψε στο twitter ότι ενώ δεν είχε σχεδιάσει να συναντήσει τον Ιρανό πρόεδρο Hassan Rouhani «ίσως κάποια μέρα στο μέλλον. Είμαι σίγουρος ότι είναι ένας απολύτως αξιαγάπητος άνθρωπος!». Υπάρχει προηγούμενο τόσο στον τρόπο που επαναδιαπραγματεύθηκε τη NAFTA, όσο και στην επαναπροσέγγιση του με τον Κιμ Γιογκ Ουν, όπως είχαμε γράψει τον Μάρτιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου