Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2019

Μπορεί η Αμερικανική Πολιτική στη Συρία να Ακολουθήσει τον Τραμπ;

Μπορεί η Αμερικανική Πολιτική στη Συρία να Ακολουθήσει τον Τραμπ;


Ο Αμερικανός πρόεδρος θα χρειαστεί τη βοήθεια του Βλαντίμιρ Πούτιν, του Mohammed bin Salman, ακόμη και του Μπασάρ αλ Άσαντ για να κλείσει τη συμφωνία με τον Ερντογάν στη Συρία. –στο AL MONITOR


Τις τελευταίες λίγες ημέρες αποκαλύφθηκε, εάν υπήρχε σε κάποιον η αμφιβολία, ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να στηριχθούν μόνο στον Τούρκο πρόεδρο για την αποχώρηση του στρατιωτικού προσωπικού τους από τη Συρία. Η τουρκική κυβέρνηση θεωρεί τους Σύριους Κούρδους συμμάχους των ΗΠΑ τρομοκράτες, ανάλογους με την Αλ-Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ).

Έτσι, ο Αμερικανός πρόεδρος θα χρειαστεί βοήθεια στη Συρία από ένα τρίο που ποτέ δεν θα περίμενε: από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, η οποία είναι ίσως δύσκολο να έρθει δεδομένου του πολιτικού κλίματος στις ΗΠΑ, από τον διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας Mohammed bin Salman, ο οποίος επιδιώκει να αποκαταστήσει την εικόνα του τόσο στις ΗΠΑ, όσο και διεθνώς, και, εδώ είναι η έκπληξη, από τον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ Αλ Άσαντ, του οποίου η κυβέρνηση στο τέλος, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, θα διευθετήσει μία συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Κούρδων.

Την προηγούμενη βδομάδα ο James Jeffrey, ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για τη Συρία και την εκστρατεία εναντίον του ΙΚ, συμβούλεψε τους Σύριους Κούρδους ηγέτες να παγώσουν τις συνεννοήσεις τους με τη συριακή κυβέρνηση, καθώς οι ΗΠΑ εργάζονται εντατικά για να διευθετήσουν την αποχώρηση των δύο χιλιάδων στρατευμάτων τους και να αποτρέψουν μία σύγκρουση μεταξύ της Τουρκίας και των Κούρδων συμμάχων τους.

Μπορεί για λόγους τακτικής να είναι καλό για τις ΗΠΑ να κερδίσουν χρόνο, αλλά οι τάσεις είναι ξεκάθαρες και οι Κούρδοι ούτε θα μπορούσαν, ούτε θα ήθελαν, να κρατήσουν μια τέτοια υπόσχεση για πολύ. Ο αμερικανικός στρατός φεύγει, η Τουρκία απειλεί, ο Άσαντ μένει, οι αραβικές χώρες εξετάζουν την επαναπροσέγγιση τους με τη συριακή κυβέρνηση και ο Πούτιν κρατά τα περισσότερα, αν όχι όλα, τα διπλωματικά φύλλα. Η ουσία είναι, όπως έχουμε αναφέρει εδώ πολλές φορές, ότι ο δύσκολος δρόμος της απάλειψης των τουρκικών ανησυχιών για το YPG και το PYD περνά από τη Δαμασκό μέσω Μόσχας.

«Η Μόσχα μπορεί να προτείνει στο YPG κάποιου είδους συμφωνία με τη Δαμασκό που θα διασώζει τις κουρδικές δυνάμεις από το να συγκρουστούν με τον τουρκικό στρατό και θα είναι σχετικά βολική και για την Άγκυρα. Χωρίς καλύτερη εναλλακτική, οι Κούρδοι μπορεί να αγκαλιάσουν μια τέτοια ευκαιρία, που θα τους δίνει τη δυνατότητα να έχουν ισχυρή φωνή στη μεταπολεμική Συρία. Αλλιώς, το πικρό μάθημα της Αφρίν μπορεί να επαναληφθεί», έγραψε ο Maxim Suchkov.

«Υπάρχουν, ακόμη, εξελίξεις που μπορεί να αναγκάσουν την Τουρκία να έρθει σε κάποια μορφή διαλόγου με το καθεστώς Άσαντ, μια σκέψη που Ερντογάν συνεχίζει να μισεί», προσέθεσε ο Semih Idiz. «Η απόφαση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ) και του Μπαχρέιν να ξανανοίξουν τις πρεσβείες τους στη Δαμασκό –με άλλες αραβικές χώρες να αναμένονται να ακολουθήσουν- μπορεί να περιορίσουν την Τουρκία, εάν θέλει να αποφύγει μία αραβική αντίδραση για τα σχέδια της για τη Συρία».

Ο Τραμπ ήδη προσπαθεί να εφαρμόσει την αραβική του στρατηγική για τη Συρία. Υπενθύμισε μέσω tweeter ότι στις 24 Δεκεμβρίου η Σαουδική Αραβία συμφώνησε να βοηθήσει στη χρηματοδότηση της ανοικοδόμησης της Συρίας. Η Συρία θα είναι στην ατζέντα των επισκέψεων του υπουργού εξωτερικών Mike Pompeo στη Σαουδική Αραβία, στα ΗΑΕ, στο Κατάρ και στο Μπαχρέιν αυτόν τον μήνα.

Καθώς οι χώρες του Κόλπου επανεξετάζουν τη σχέση τους με τη Δαμασκό και την επιστροφή της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο, και οι ΗΠΑ κοιτάζουν προς τη Σαουδική Αραβία και τον Κόλπο για τη χρηματοδότηση της συριακής ανοικοδόμησης, αναδύεται το ερώτημα που αφορά τις αμερικανικές και πολυμερής κυρώσεις. Την επόμενη βδομάδα η αμερικανική γερουσία θα εξετάσει δικομματική νομοθεσία για την επιβολή κυρώσεων στη Συρία. Περισσότερες κυρώσεις, όμως, θα δυσχεράνουν την περιφερειακή και διεθνή προσπάθεια για μια ειρηνική μετάβαση στη Συρία και την ανοικοδόμηση της χώρας, συμπεριλαμβανομένων και πρωτοβουλιών από τον ΟΗΕ και την Παγκόσμια Τράπεζα. Όπως και με το Ιράν, οι ΗΠΑ μπορεί να εγκλωβιστούν, και να αναζητούν εξαιρέσεις στις δικές τους κυρώσεις, που θα επιτρέψουν στους συμμάχους τους να χρηματοδοτήσουν την ανοικοδόμηση.

Οι «λούμπες» μιας στρατηγικής «πρώτα ο Ερντογάν» στη Συρία φαίνονται ήδη. Ο Αμερικανός σύμβουλος εθνικής ασφαλείας, John Bolton, είπε στην Ιερουσαλήμ, στις 6 Ιανουαρίου, ότι η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία δεν θα συναρτηθεί μόνο με την ήττα του ΙΚ και την ασφάλεια αυτών των ίδιων των στρατευμάτων, αλλά και με τις διαβεβαιώσεις της Τουρκίας ότι δεν θα επιτεθεί στους Κούρδους μαχητές της Συρίας, που είναι σύμμαχοι των ΗΠΑ στην εκστρατεία κατά του ΙΚ.



Τη δήλωση του Bolton ακολούθησε η οξεία τουρκική αντίδραση σε σχόλιο του Pompeo στις 3 Ιανουαρίου για «τη σημασία της εξασφάλισης του γεγονότος ότι οι Τούρκοι δεν θα σφάξουν τους Κούρδους».

«Η Τουρκία είναι αποφασισμένη να συνεχίσει τη μάχη εναντίον των τρομοκρατικών οργανώσεων PKK/PYD/YPG και του ΙΚ, που συνιστούν υπαρξιακή απειλή στην εθνική της ασφάλεια και απειλούν την πολιτική ενότητα και εδαφική ακεραιότητα της Συρίας», ανάφερε η τουρκική ανακοίνωση. «Η παρερμήνευση του αγώνα της Τουρκίας εναντίον των τρομοκρατών ως στοχοποίηση μιας συγκεκριμένης ομάδας στη Συρία είναι παντελώς απαράδεκτη, δεδομένου ότι η Τουρκία αγκαλιάζει όλο τον συριακό λαό και τους Κούρδους. Καταδικάζουμε απερίφραστα την αναγόρευση ενός τρομοκρατικού οργανισμού σε σύμμαχο στον αγώνα εναντίον του ΙΚ».

Ο Idiz γράφει: «Η ανησυχία στην τουρκική πλευρά είναι ότι αυτό που η Άγκυρα θεωρεί ως νόμιμο αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας θα μετασχηματιστεί στα Δυτικά μυαλά ως άλλη μία περίπτωση όπου η Τουρκία επιτίθεται στου πολύπαθους Κούρδους».

Η Τουρκία θεωρεί το YPG, που είναι η στρατιωτική πτέρυγα του PYD και το οποίο συνιστά τον όγκο του συμμαχικού στις ΗΠΑ SDF, άμεσα συνδεδεμένο με το ΡΚΚ, το οποίο τόσο η Άγκυρα, όσο και η Ουάσινγκτον θεωρούν τρομοκρατική οργάνωση. «Για τη Ρωσία, το ζήτημα της συμφωνίας με τον Ερντογάν δεν ήταν τόσο να δημιουργηθούν ρήγματα μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ, όσο να προσφερθούν κίνητρα ικανά να ωθήσουν την Άγκυρα προς τη Μόσχα παρά προς την Ουάσινγκτον», προσέθεσε ο Suchkov. «Ο Ρώσος πρόεδρος, προσωπικά έχει εργαστεί σχολαστικά, πάνω σε αυτή την πολιτική για πολύ καιρό».

«Από την άλλη πλευρά η Τουρκία έχει αποδειχτεί αρκετά ικανή ώστε να συναλλάσσεται τόσο με τη Ρωσία, όσο και με τις ΗΠΑ για να κερδίσει τα καλύτερα δυνατά ανταλλάγματα για τα συμφέροντα της», συνεχίζει ο Suchkov. «Το stress-test της κατάρριψης του ρωσικού αεροσκάφους το 2015 έκανε τον Ερντογάν πιο προσεκτικό να μην περνάει τα όρια με τον Πούτιν. Η Μόσχα και η Άγκυρα, από τότε, έχουν γίνει πιο προσεκτικές όταν η μία μπαίνει στα χωράφια της άλλης. Η παρούσα κατάσταση των πραγμάτων στη Συρία κάνει την εμπειρία εξαιρετικά επιβοηθητική. Η Ρωσία δείχνει συμπάθεια για τις θεμελιώδεις τουρκικές ανησυχίες για το YPG και τις άλλες κουρδικές δυνάμεις. Η Τουρκία από την πλευρά της πρέπει να συνταχθεί με τη ρωσική ατζέντα της διατήρησης της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας και της αναγνώρισης του Άσαντ ως ηγέτη της χώρας – τουλάχιστον προς το παρόν».

Ο Idiz προσθέτει ότι όπως και με τους Αμερικανούς «το πρόβλημα είναι ότι η Άγκυρα και η Μόσχα δεν συμφωνούν στο ποιος είναι τρομοκράτης στη Συρία».

Ο Fehim Tastekin εξηγώντας τις διαφορές μεταξύ των απόψεων των Τούρκων στρατιωτικών και πολιτικών ηγετών για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην ανατολική Συρία, προσέθεσε: «Η Ρωσία προσπαθεί να πείσει την Άγκυρα να παρατήσει τα επιχειρησιακά της σχέδια και υπόσχεται μία διαφορετικού τύπου νεκρή ζώνη: την ανάπτυξη του συριακού στρατού στη Manbij και ανατολικά του Ευφράτη. Σύμφωνα με το ρωσικό σκεπτικό όταν ο συριακός στρατός εγκατασταθεί εκεί ο έλεγχος του YPG θα τελειώσει. Το συριακό καθεστώς έχει πει ότι θα αποστείλει στρατεύματα στην περιοχή μόνο όταν το YPG θα έχει αποχωρήσει».

«Η Τουρκία», συνεχίζει ο Tastekin, «υποπτεύεται ότι οι Κούρδοι θα βρουν κάποιον τρόπο να παραμείνουν στην περιοχή υπό την προστασία του συριακού στρατού. Ενώ η Τουρκία σχοινοβατεί μεταξύ ρωσικών και αμερικανικών σχεδίων, ένα άλλο στοιχείο κάνει το ζήτημα πιο περίπλοκο: Η Ουάσινγκτον επιθυμεί να αναπτύξει στρατεύματα της Σαουδικής Αραβίας, των ΗΑΕ και της Αιγύπτου στην περιοχή, δηλαδή δυνάμεων ελάχιστα φιλικών στην Τουρκία. Αυτό το σχέδιο έχει ήδη κάνει νευρικούς τους Τούρκους».

«Προσθέτοντας στις περιπλοκές της Άγκυρας», αναφέρει ο Idiz. «η κατάσταση στην Idlib δείχνει να καθίσταται ανεξέλεγκτη. Ο Ερντογάν με τον Πούτιν συμφώνησαν στο Sochi τον Σεπτέμβριο να εξασφαλίσουν την κατάπαυση του πυρός στην Idlib και την εγκαθίδρυση μίας νεκρής ζώνης ανάμεσα στον συριακό στρατό και τον υποστηριζόμενο από την Τουρκία FSA. Υπό αυτή τη συμφωνία η Τουρκία είναι, επίσης, υπεύθυνη να αφοπλίσει ομάδες όπως η Hayat Tahrir al-Sham και να εκδιώξει τους μαχητές της από την επαρχία.

«Η Μόσχα έχει πει, περισσότερες από μία φορές, ότι αυτά που συμφωνήθηκαν δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμη», συνεχίζει ο Idiz. «Έχει όμως υπάρξει προσεκτική στο να εξάρει τις προσπάθειες της Άγκυρας προς αυτή την κατεύθυνση, έτσι ώστε να μη δηλητηριαστεί το κλίμα μεταξύ των δύο χωρών. Υπάρχουν ακόμη αναφορές ότι ο συριακός στρατός έχει προσβάλλει συγκεκριμένους στόχους στην Idlib, εγείροντας τη πιθανότητα ξανά μιας επιχείρησης από ρωσικές και συριακές δυνάμεις στην επαρχία, που, αν λάβει χώρα, θα υπονομεύσει τα τουρκικά σχέδια».

«Πολλοί στην Άγκυρα πιστεύουν ότι η απόφαση Τραμπ ενισχύει τον ρόλο της Ρωσίας στη Συρία και όλοι οι δρόμοι που σχετίζονται με την κατάσταση στην Idlib και ανατολικά του Ευφράτη περνάνε τώρα από το Κρεμλίνο», κατέληξε ο Suchkov.  

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου