Οι τελευταίες δηλώσεις από την Ουάσινγκτον και τη Μόσχα
έχουν καταδείξει, πάλι, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Άγκυρα στην επίτευξη
των σκοπών της στη Συρία. –Του Semih Idiz στο AL MONITOR.
Παρά την αρχική ικανοποίηση με την ανακοίνωση της
αμερικανικής αποχώρησης από τη Συρία, η Τουρκία φαίνεται να αντιμετωπίζει
δυσκολίες στην επίτευξη των σκοπών της στον νότιο γείτονα της. Πρόσφατες
δηλώσεις μπρος-πίσω μεταξύ ΗΠΑ και Άγκυρας ανέδειξαν τις διαφωνίες που υπάρχουν
στο συριακό ζήτημα.
Η Τουρκία έχει εμπλακεί σε συνεχείς, υψηλού επιπέδου,
επαφές με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, για να διαπραγματευτεί το μέλλον της ΒΑ Συρίας,
μετά την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις από
τη Συρία.
Η Άγκυρα επιθυμεί να εγκαθιδρύσει μία ισχυρή στρατιωτική
παρουσία στην περιοχή για να εκδιώξει το κουρδικό YPG, το οποίο βρίσκεται εκεί και απολαμβάνει της αμερικανικής υποστήριξης.
Η Τουρκία θεωρεί το YPG τρομοκρατική οργάνωση και έχει ορκιστεί να το εξαφανίσει,
αν και η Ουάσινγκτον αρνείται να διακόψει τους δεσμούς μαζί του.
Οι τελευταίες δηλώσεις από την Ουάσινγκτον και τη Μόσχα
έχουν καταδείξει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Άγκυρα στην επίτευξη των
σκοπών της.
Η Άγκυρα προσπαθεί να εκτιμήσει τη σημασία της
ανακοίνωσης της Ουάσινγκτον ότι θα αφήσει ένα τμήμα περίπου 400 στρατιωτών στη
Συρία, αφότου το μεγαλύτερο μέρος των αμερικανικών δυνάμεων θα έχουν αποχωρήσει.
Η τουρκική θέση για την περιοχή δεν έχει αλλάξει και
αφήνει λίγο χώρο για συμβιβασμό.
Η Τουρκία θέλει η Ουάσινγκτον να συντονίσει την αποχώρηση
των στρατευμάτων της με τον τουρκικό στρατό, ώστε οι αμερικανικές βάσεις να
περιέλθουν στα χέρια των Τούρκων και όχι άλλων.
Επιπλέον, η Άγκυρα ζητά τη δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας στη Συρία, σε βάθος 30-40 χλμ., που θα ελέγχεται αποκλειστικά από τον
τουρκικό στρατό και τον FSA, που είναι ενεργούμενο
της Άγκυρας, και οπωσδήποτε όχι από Αμερικανούς ή Ευρωπαίους.
Η Τουρκία, ακόμη, δεν θέλει την παρουσία στρατευμάτων της
Ρωσίας ή του Άσαντ σε αυτή τη ζώνη. Εκτός από την εξασφάλιση των συνόρων της
από το YPG, η Τουρκία σχεδιάζει να εγκαταστήσει εκεί μέρος των τεσσάρων εκατομμυρίων
προσφύγων που βρίσκονται σε αυτή.
Ο διάλογος της Άγκυρας με την Ουάσινγκτον και τη Μόσχα
δεν έχει παράγει χειροπιαστά αποτελέσματα στα ζητήματα που την απασχολούν μέχρι
τώρα, αλλά όλες οι πλευρές είναι διατεθειμένες να συνεχίσουν.
Ο πρόεδρος Ερντογάν είχε τηλεφωνική συνομιλία με τον
Τραμπ στις 21 Φεβρουαρίου. Μία μέρα μετά ο Τούρκος υπουργός άμυνας Hulusi Akar ήταν στην Ουάσινγκτον για συνομιλίες με τον αμερικανό,
υπηρεσιακό, υπουργό άμυνας Patrick Shanahan.
Επιπλέον αυτών, Αμερικανοί αξιωματούχοι που είναι μέρος
μίας «task force», που συστήθηκε κατά την επίσκεψη του Τούρκου υπουργού εξωτερικών
Τσαβούσογλου στην Ουάσινγκτον, νωρίτερα αυτόν τον μήνα, θα πάνε στην Άγκυρα για
συνομιλίες που εστιάζονται στις λεπτομέρειες της αμερικανικής αποχώρησης.
Στο μεταξύ, ο Ρώσος υπουργός εξωτερικών Sergey Lavrov είπε στη βιετναμέζικη τηλεόραση, στο κινεζικό CCTV και στο κανάλι Phoenix TV, στις 4 Φεβρουαρίου, ότι οι διαπραγματεύσεις με την Τουρκία για τη βόρεια
Συρία συνεχίζονταν.
Αν και προσπάθησε να παρουσιάσει τον τουρκο-ρωσικό
διάλογο με θετικό τρόπο, οι παρατηρήσεις του ήταν προβληματικές για τους
σκοπούς της Άγκυρας.
Η πρόταση του Λαβρόφ, για παράδειγμα, ότι τα σύνορα
Συρίας – Τουρκίας θα μπορούσαν να περιπολούνται από Ρώσους στρατονόμους, είναι
εκτός συζήτησης για την Άγκυρα.
Η Μόσχα αντιτίθεται σε οποιαδήποτε ξένη στρατιωτική
παρουσία στη Συρία που δεν έχει ζητηθεί από τη συριακή κυβέρνηση. Ο Λαβρόφ το
επισήμανε αυτό λέγοντας ότι η Ρωσία και το Ιράν βρίσκονται στη Συρία «με την
πρόσκληση της νόμιμης κυβέρνησης της χώρας».
Και συνέχισε ότι ο Μπασάρ αλ Άσαντ αντιτίθεται σε
οπουδήποτε τουρκική, στρατιωτική, παρουσία στη Συρία.
Η Μόσχα θέλει η συριακή κυβέρνηση να αναλάβει τον πλήρη
έλεγχο της βόρειας Συρίας μετά την αμερικανική αποχώρηση. Αυτό περιλαμβάνει και
τις περιοχές που καταλήφθηκαν από την Τουρκία στις επιχειρήσεις εναντίον του
Ισλαμικού Κράτους και του YPG.
Η Τουρκία, από την πλευρά της, δεν θέλει να δει
στρατεύματα του Άσαντ ανατολικά του Ευφράτη. Ο Τσαβούσογλου το υπογράμμισε αυτό
σε συνάντηση του με δημοσιογράφους του Demiroren Media Group τον Ιανουάριο.
«Η είσοδος του συριακού στρατού σε αυτά τα εδάφη δεν θα
απαλείψει τις ανησυχίες μας για την ασφάλεια μας», είπε ο Τσαβούσογλου,
δείχνοντας ότι ο Άσαντ και το YPG θα μπορούσαν να συνεργαστούν εναντίον της Τουρκίας.
Τα σχόλια του Λαβρόφ για το YPG επίσης τέντωσαν τα τουρκικά νεύρα. «Δεν έχουμε κοινή
άποψη για το ποιος μεταξύ των Κούρδων θα πρέπει να θεωρείται τρομοκράτης»,
είπε.
«Κατανοούμε τις ανησυχίες της Τουρκίας, αλλά είναι
αναγκαίο να διαχωριστεί η ήρα από το σιτάρι, για να δούμε ποιες κουρδικές
ομάδες είναι πραγματικά εξτρεμιστικές και αποτελούν κίνδυνο για την ασφάλεια
της Τουρκικής Δημοκρατίας», πρόσθεσε.
Η απόφαση των ΗΠΑ να αφήσουν μία στρατιωτική δύναμη στη
Συρία, για τη «διατήρηση της ειρήνης», φαίνεται να είναι άλλο ένα πισωγύρισμα
για την Άγκυρα. Κάποιοι άλλοι όμως πιστεύουν ότι αυτό μπορεί να είναι και καλό,
καθώς ακόμη δεν είναι σαφές ποιος θα πληρώσει το κενό της αμερικανικής
αποχώρησης.
Σε συνέντευξη του, στις 26 Φεβρουαρίου, στο τουρκικό
κανάλι NTV, ο Ερντογάν υποβάθμισε την απόφαση της Ουάσινγκτον να αφήσει αυτό το
στρατιωτικό τμήμα στη Συρία. Είπε ότι η παρουσία του θα είναι «συμβολική».
Η Άγκυρα γνωρίζει ότι κλάδοι της αμερικανικής
κυβέρνησης και του Κογκρέσου εργάζονται
σκληρά για να αλλάξουν την απόφαση του Τραμπ να αποσύρει τα στρατεύματα από τη
Συρία.
Τούρκοι αξιωματούχοι ανησυχούν ότι ακόμη και μερική
ανατροπή της απόφασης Τραμπ μπορεί να σημάνει τη μακρόχρονη αμερικανική
παρουσία στη Συρία.
Ακόμη, οι Τούρκοι προσέχουν αναφορές στον αμερικανικό
τύπο από κυβερνητικές πηγές, που δείχνουν ότι ακόμη και η περιορισμένη
αμερικανική στρατιωτική παρουσία στη Συρία θα είναι περισσότερο από
«συμβολική».
Αυτές οι αναφορές δείχνουν ότι ακόμη και η περιορισμένη
αμερικανική παρουσία στη Συρία σημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να ελέγχουν
τον εναέριο χώρο στη ΒΑ Συρία και θα συνεχίσουν να έχουν εφοδιαστική παρουσία
εκεί.
Ο Τούρκος Ταξχος ε.α. Naim Baburoglu, γνωστός σχολιαστής για στρατιωτικά και πολιτικά θέματα, πιστεύει ότι οι
ΗΠΑ δεν θα φύγουν από τη Συρία ή τη Μέση Ανατολή εάν δεν πετύχουν τους
στρατηγικούς τους σκοπούς.
Ο Baburoglu υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ θα φύγουν από την περιοχή μόνο «αφότου
θα έχουν εγγυηθεί την ασφάλεια του Ισραήλ, την ασφάλεια του YPG, θα έχουν εξαφανίσει την παρουσία του Ιράν από τη Συρία, θα έχουν
καταστρέψει την ενότητα της Συρίας και θα έχουν εξασφαλίσει την ενοποίηση μεταξύ
των Κούρδων του βορείου Ιράκ και της βόρειας Συρίας».
Στο μεταξύ, παραμένουν οι διαφορές μεταξύ Άγκυρας και
Ουάσινγκτον για το ποιος θα ελέγχει τη ζώνη ασφαλείας, στη δημιουργία της
οποίας οι ΗΠΑ έχουν κατ΄ αρχήν συμφωνήσει.
Η Ουάσινγκτον θέλει αυτή να ελέγχεται από μια διεθνή
δύναμη που θα αποτελείται από χώρες που είναι ήδη μέλη της Συμμαχίας εναντίον
του ΙΚ. Σε αυτό το πλαίσιο η Τουρκία μπορεί να συμμετέχει σε αυτή τη δύναμη
αφού είναι μέρος αυτής της Συμμαχίας.
Αυτό όμως είναι κάτι που δεν το συζητάει η Άγκυρα.
Τουρκικές κυβερνητικές πηγές διαρρέουν στον τύπο ότι κάτι τέτοιο θα είχε
μοναδικό σκοπό να αποτρέψει την ισχυρή τουρκική στρατιωτική παρουσία στην
περιοχή.
«Η συμφωνία σε μία ζώνη ασφαλείας, με τους όρους που
θέτει η Ουάσινγκτον, πιθανώς θα θέσει σε κίνηση μία διαδικασία που τελικά θα
είναι παρόμοια με αυτήν που γέννησε το κουρδικό εμβρυϊκό κράτος στο βόρειο
Ιράκ, κάτι που ξυπνάει φόβους στην Άγκυρα», έγραψε ο Kardas στο GMF.
Ο Kardas δείχνοντας το χάσμα τουρκικών και αμερικανικών απόψεων
πρόσθεσε ότι οι δύο πλευρές θα πρέπει να αποδεχτούν αμοιβαίες παραχωρήσεις, εάν
θέλουν να φτάσουν κάπου.
Στην Τουρκία δεν υπάρχει διάθεση για συμβιβασμό. Στις δημόσιες
εμφανίσεις του ο Ερντογάν συνεχίζει να απειλεί. Λέει ότι η Τουρκία θα απαλλάξει
τη βόρεια Συρία από τον κίνδυνο του YPG από μόνη της. Και προσθέτει ότι αν χρειαστεί ο τουρκικός
στρατός έχει σχεδιάσει για το πώς θα το καταφέρει.
Το αν η Άγκυρα είναι έτοιμη να κλιμακώσει στρατιωτικά
παραμένει ερωτηματικό, με δεδομένο ότι θα αντιμετωπίσει την αντίδραση της
Ουάσινγκτον, της Μόσχας, αλλά και του Ιράν και των αραβικών κρατών.
Πολλοί πιστεύουν ότι ο Ερντογάν ικανοποιεί τις ανάγκες
του εσωτερικού του ακροατηρίου για τις δημοτικές εκλογές που έρχονται.
Στο τέλος, φαίνεται, ότι η Τουρκία, μάλλον, δεν θα
υποχωρήσει από τις απαιτήσεις της, ακόμη κι αν χρειαστεί να κάνει «πολύ κουπί»
για να πετύχει τους σκοπούς της.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου