Από τις 23 Μαρτίου μέχρι τις 12 Μαΐου του 2008 ο
αμερικανικός στρατός και οι ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας ενεπλάκησαν σε μία
έντονη μάχη, μέσα και γύρω από τη σιιτική περιοχή της Βαγδάτης που είναι γνωστή
ως «Πόλη Sadr». Η μάχη ανάγκασε μονάδες που μέχρι τότε ήταν προσανατολισμένες στην
εκτέλεση αποστολών ασφαλείας να μετατραπούν σε συγκροτήματα συνδυασμένων όπλων
και να εμπλακούν σε έναν υψηλής έντασης αγώνα μέσα σε μία πόλη που κατοικούσαν
δύο εκατομμύρια άμαχοι. Οι προσαρμογές που έκαναν αυτές οι μονάδες και τα
αποτελέσματα αυτής της σύντομης άλλα σημαδιακής μάχης παρέχουν σημαντικά διδάγματα
για τις μελλοντικές επιχειρήσεις σε πυκνοκατοικημένα αστικά περιβάλλοντα. –Του John Spencer στο Modern War Institute.
Η Πόλη Sadr (γνωστή προηγουμένως με τα ονόματα Al-Thawra και Πόλη του Σαντάμ) είναι μια πυκνοκατοικημένη, σιιτική,
περιοχή στην ανατολική Βαγδάτη, που περιβάλλεται από σουνιτικές περιοχές. Είναι
ένα από τα εννιά διοικητικά διαμερίσματα στα οποία διαιρείται η Βαγδάτη. Την
εποχή της μάχης ο πληθυσμός της ήταν μεταξύ 1,6 και 2,4 εκατομμυρίων. Φτιάχτηκε
το 1958 για να στεγάσει εσωτερικούς μετανάστες που πήγαιναν στη Βαγδάτη για να
βρουν δουλειά και παρέμεινε πάμφτωχη. Πήρε το τελευταίο όνομα της από τον
Αγιατολλάχ Mohammad Mohammad Sadeq al-Sadr. Έχει τετράγωνο σχήμα, που φαίνεται χαρακτηριστικά στον χάρτη, Κυριαρχείται
από στενούς δρόμους και σοκάκια, ακτινωτά δίκτυα μεταφοράς ενέργειας και
τριώροφα ή χαμηλότερα κτήρια.
H Πόλη Sadr, με το χαρακτηριστικό τετράγωνο σχήμα, στο ανατολικό τμήμα της Βαγδάτης. ΠΗΓΗ: Google |
Περιέχοντας σχεδόν το ¼ του εκτιμώμενου πληθυσμού της
Βαγδάτης σε μία έκταση μικρότερη από 8 τετρ. χλμ. η Πόλη Sadr είναι μία από τις πλέον πυκνοκατοικημένες περιοχές που έχει πολεμήσει ποτέ
ο στρατός των ΗΠΑ και ξεπερνά άλλες, όπως τη Μανίλα το 1945 και τη Σεούλ το
1950. Στη Βαγδάτη ξεπερνά οποιαδήποτε άλλη περιοχή της σε πυκνότητα πληθυσμού
και κτηρίων.
Μεταξύ 2006 και 2008 η βία μεταξύ των διαφορετικών
θρησκευτικών ομάδων στο Ιράκ κλιμακώνονταν. Στη Βαγδάτη οι κύριοι αντίπαλοι ήταν
η σουνιτική Αλ-Κάιντα στο Ιράκ (AQI – Al-Qaeda in Iraq) και η σιιτική Jaysh al-Mahdi (JAM). Υπήρχαν και πολλές άλλες τρομοκρατικές και εγκληματικές ομάδες, καθώς
και άλλοι ωφελούμενοι από τη διαμάχη, αλλά οι περισσότεροι είχαν ταχθεί είτε με
τη μία είτα με την άλλη πλευρά, κυρίως από φόβο για τη δικιά τους επιβίωση. Η AQI ήταν ένα σουνιτικό, επιθετικό, τρομοκρατικό δίκτυο υπό
την ηγεσία του Abu Musab al-Zarqwi. Η JAM ήταν η παραστρατιωτική πτέρυγα της πολιτικής κίνησης του
σιίτη κληρικού Moqtada al-Sadr. O al-Sadr είχε τεράστια επιρροή στους σιιτικούς πληθυσμούς και στις
ομάδες της JAM που ήταν συγκεντρωμένες στην Πόλη Sadr, αλλά και σε άλλες πόλεις στο νότιο Ιράκ, όπως στη Ναζάφ, στη Νασιρίγια
και στη Βασόρα. Στη ΒΑ Βαγδάτη υπήρχε ισχυρή παρουσία της JAM μέσα στην Πόλη Sadr, αλλά εξίσου
σημαντική παρουσία και της AQI στις γειτονικές σουνιτικές περιοχές, δηλαδή στην Adhamiya στα ΒΔ, στη Rusafa στα ΝΔ και στην Tisa Nissan στα ΝΑ. Τα όρια μεταξύ των σουνιτικών και σιιτικών
περιοχών ήταν συχνά μόνο ένας δρόμος, πράγμα που δημιουργούσε τις προϋποθέσεις
για συγκρούσεις.
Στο τέλος του 2006 στην περιοχή Thawra της Πόλης Sadr και σε δύο μικρότερες, γειτνιάζουσες, περιοχές έλαβε χώρα σειρά επιθέσεων
και αντεπιθέσεων μεταξύ των σουνιτικών και σιιτικών ομάδων. Και οι δύο πλευρές
επιτέθηκαν σε πολίτες, στις ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας και σε αμερικανικά
στρατεύματα. Η AQI χρησιμοποιούσε συχνά οχήματα με αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς (VBIED) και εστιάζονταν σε μία στρατηγική επιθέσεων με μαζικές απώλειες. Στις
γειτονιές οι σοροί των θυμάτων της διαθρησκευτικής βίας απλώς εγκαταλείπονταν
στους δρόμους, φτάνοντας τα 200-250 πτώματα τον μήνα.
Στις αρχές του 2007 οι ΗΠΑ ενίσχυσαν τη στρατιωτική τους
παρουσία στο Ιράκ με πέντε επιπλέον ταξιαρχίες –περίπου 30.000 στρατεύματα- στη
Βαγδάτη και στην επαρχία Anbar, στα δυτικά της χώρας,
για να σταματήσουν τη θρησκευτική βία που έσπρωχνε το Ιράκ στο χάος. Σύμφωνα με
το Σχέδιο Ασφαλείας της Βαγδάτης σε μία από τις νεοαφιχθείσες ταξιαρχίες
ανατέθηκε ως τομέας ευθύνης η περιοχή Thawra, αν και καμία
αμερικανική μονάδα δεν θα εγκαθίστατο στην ίδια την Πόλη Sadr. Η ταξιαρχία αυτή προσπάθησε να εκτελέσει την αποστολή της εγκαθιστώντας
μετακινούμενα φυλάκια στις γειτονιές, τοποθετώντας τσιμεντένια εμπόδια για να
εγκαταστήσει σημεία ελέγχου, να ασφαλίσει γειτονιές και αγορές και να μειώσει
τη δυνατότητα των αντιπάλων να διακινούν όπλα και να διεξάγουν επιθέσεις με VBIED, στοχοποιώντας σημαντικούς ηγέτες των αντιπάλων και βελτιώνοντας τις
δυνατότητες των ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας.
Ο ρόλος και η αποτελεσματικότητα του τσιμέντου στη μείωση
της βίας στη Βαγδάτη δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Τσιμεντένια τοιχία
χρησιμοποιούνταν σε όλο το Ιράκ για να μειώσουν την απειλή των IED (αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών) κατά μήκος των
σημαντικών οδικών αρτηριών. Η περιοχή Thawra ανατέθηκε στη 2η Ταξιαρχία της 82ης
Αεραποβατικής Μεραρχίας, με διοικητή τον Συνταγματάρχη Billy Don Farris. Η Ταξιαρχία αυτή τοποθέτησε περισσότερα από τριάντα μίλια τσιμεντένιων εμποδίων.
Για την ασφάλεια της συνοικίας Adhamiya κατασκευάστηκε ένα τείχος τριών μιλίων γύρω της, που
ονομάστηκε το «Μεγάλο Τείχος της Adhamiya».
Στις τσιμεντένιες πλάκες που συνενώνονταν για να
κατασκευαστούν τα εμπόδια δόθηκαν από το προσωπικό ονόματα των πολιτειών των
ΗΠΑ, ώστε να γίνεται εύκολα κατανοητό το μέγεθος τους. Τα μικρότερα (0,91 μ. ύψος
Χ 2 τόνοι βάρος) ονομάστηκαν Τζέρσεϋ και τα μεγαλύτερα (3,65 μ. ύψος Χ 7 τόνοι
βάρος) Αλάσκα.
Τοποθέτηση τσιμεντένιων πλακών στην Πόλη Sadr |
Τα τείχη έκαναν την πλέον πυκνοκατοικημένη περιοχή της Βαγδάτης
περισσότερο διαχειρήσιμη, διαχωρίζοντας της σε κοινότητες που είχαν πύλες
εισόδου – εξόδου. Άπαξ και το τείχος ολοκληρώνονταν σε μία περιοχή, Ιρακινοί
στρατιώτες ή αστυνομικοί ή τοπικοί πολιτοφύλακες (αποκαλούμενοι «Οι Υιοί του
Ιράκ») καταλάμβαναν σημείου ελέγχου για να κάνουν ελέγχους και να περιορίσουν
τη δυνατότητα των αντιμαχόμενων να διακινούν όπλα και εκρηκτικά.
Γενικά, οι ανταρτικές δυνάμεις στηρίζονται στη δυνατότητα
να μετακινούνται απαρατήρητοι μέσα στον πληθυσμό. Ο Μάο Τσε Τουνγκ συμβούλευε
τους αντάρτες να μετακινούνται μεταξύ των ανθρώπων όπως τα ψάρια κολυμπούν στη
θάλασσα. Στη θάλασσα της Βαγδάτης τα τείχη έκαναν ευκολότερη την αλιεία των
ψαριών. Η χρησιμοποίηση εμποδίων για την ανάσχεση των κινήσεων των ανταρτών
μέσα σε πόλεις δεν ήταν καινούρια ιδέα. Οι βρετανικές δυνάμεις το είχαν κάνει
αυτό στον 2ο Πόλεμο των Μπόερ (1899-1902) και στη δεκαετία του 1950
στη Μαλαισία, ενώ οι Γάλλοι το 1957 στο Αλγέρι. Σε αυτές τις περιπτώσεις
χρησιμοποιήθηκε κατά βάση συρματόπλεγμα. Στο Ιράκ θα χρησιμοποιούνταν τσιμέντο.
Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί ότι το 52 π.Χ. ο Ιούλιος
Καίσαρας για να αντιμετωπίσει τους 60.000 Γαλάτες του Βερσινγκετορίξ, που ήταν
κλεισμένοι στα τείχη της Αλεσίας, κατασκεύασε ένα τείχος γύρω της, για να παραδοθούν
από την πείνα, και στη συνέχεια ένα δεύτερο τείχος για να προστατευτεί ο ίδιος από
τους Γαλάτες που κατευθύνονταν εναντίον του για να άρουν την πολιορκία της Αλεσίας.
Παρά το γεγονός ότι οι Ρωμαίοι μειονεκτούσαν αριθμητικά και είχαν φτάσει στα όρια
των δυνάμεων, ο Καίσαρας νίκησε.
Στο τέλος του 2007 το Σχέδιο Ασφαλείας της Βαγδάτης είχε
εξουδετερώσει σε μεγάλο βαθμό την AQI και είχε μειώσει σημαντικά τη θρησκευτική βία στην
πρωτεύουσα. Όμως η JAM συνέχιζε να χρησιμοποιεί την Πόλη Sadr ως βάση των επιχειρήσεων της και από εκεί να καταφέρνει
χτυπήματα στις ιρακινές και στις συμμαχικές δυνάμεις. Οι αμερικανικές και
ιρακινές δυνάμεις στην περιοχή Thawra είχαν αρχίσει να απομονώνουν την Πόλη Sadr με τις ασφαλείς συνοικίες που δημιουργούσαν, όμως, η JAM διατηρούσε στιβαρό έλεγχο επί του πληθυσμού και του
χώρου.
Συμβατικές και ειδικές δυνάμεις εκτέλεσαν κάποιες
επιδρομές μέσα στην Πόλη Sadr, με στόχο την ηγεσία
της JAM, για να ανακαλύψουν μόνο, πόσο γρήγορα οι μαχητές της μπορούσαν να
ανταποκριθούν σε μια τέτοια πρόκληση. Με τακτική που έμοιαζε σε ότι είχε γίνει
στο Μογκαντίσιου το 1993 και στο Γκρόζνυ το 1994, άφηναν τον εισβολέα να
εισέλθει και μετά έφρασαν τις οδούς πίσω του, με ελαστικά οχημάτων και μπάζα.
Αυτό οδηγούσε την εισβάλουσα δύναμη σε IED και προετοιμασμένες ενέδρες. Ακόμη, η JAM χρησιμοποιούσε γερανούς για να τοποθετεί κουφάρια
αυτοκινήτων στις στέγες, ώστε να χρησιμοποιούνται ως αυτοσχέδιες θέσεις μάχης
από τους μαχητές της.
Τον Οκτώβριο του 2007 μία αμερικανική δύναμη ειδικών
επιχειρήσεων κινδύνευσε να αποκοπεί μέσα στην Πόλη Sadr και ζήτησε αεροπορική υποστήριξη. Το αεροπορικό χτύπημα
σκότωσε αριθμό Ιρακινών πολιτών και προκάλεσε δημόσια κατακραυγή που ενισχύθηκε
από τα ΜΜΕ. Ως αποτέλεσμα ο Ιρακινός πρωθυπουργός Nouri al-Maliki έθεσε την Πόλη Sadr έξω από τη δικαιοδοσία των αμερικανικών συμβατικών
δυνάμεων, εκτός από την περίπτωση κάποιου εξαιρετικού συμβάντος. Αυτό το
καθεστώς για την Πόλη Sadr διατηρήθηκε για όλη τη διάρκεια της αμερικανικής παρουσίας στο Ιράκ.
Με αυτούς τους πολιτικούς περιορισμούς το μόνο που
μπορούσαν να κάνουν οι αμερικανικές δυνάμεις ήταν να προσπαθήσουν να ελέγξουν
την είσοδο και την έξοδο όπλων και μαχητών από την Πόλη Sadr, απαγορεύοντας δρόμους και εγκαθιστώντας φυλάκια και σημεία ελέγχου μαζί
με τις ιρακινές δυνάμεις κατά μήκος των κυρίων οδών.
Η απομείωση των δυνατοτήτων της AQI επέτρεψε στην ιρακινή κυβέρνηση να στρέψει την προσοχή
της στις σιιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις. Στις αρχές Ιανουαρίου 2008 η
ιρακινή κυβέρνηση κατέστρωσε σχέδια για μία μεγάλη επιχείρηση εναντίον του
προπυργίου των σιιτών στη Βασόρα. Η επίθεση ορίστηκε για τις 25 Μαρτίου. Όμως, δύο
μέρες πριν την έναρξη της η JAM εξαπέλυσε σειρά επιθέσεων στη Βαγδάτη για να την ακυρώσει ή έστω να την εξασθενίσει.
Η μάχη αρχίζει
Οι αμερικανικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην περιοχή Thawra αιφνιδιάστηκαν από το ξέσπασμα βίας της 23ης
Μαρτίου, πιθανόν γιατί ο στρατηγικός λόγος γι΄ αυτό που συνέβαινε δεν τους ήταν
γνωστός. Το μόνο σημάδι που θα μπορούσε, ίσως, να τους προειδοποιήσει ήταν ότι
ο εργολάβος που είχε αναλάβει την αποκομιδή των απορριμμάτων τους δεν είχε
περάσει εκείνη τη βδομάδα και παρά τις κλήσεις που του έγιναν αρνούνταν πεισματικά
να έρθει. Και μετά ξέσπασε η κόλαση – όχι μόνο στην περιοχή Thawra, αλλά σε όλη τη Βαγδάτη και ειδικά στην Πόλη Sadr.
Οι δυνάμεις της JAM έβαλλαν με ΠΕΠ των 107 χλστ. σε στόχους μέσα και γύρω από
τη Βαγδάτη, συμπεριλαμβανομένης και της «Πράσινης Ζώνης», της περιοχής που
στέγαζε τα κυβερνητικά κτήρια και τις διεθνείς αντιπροσωπείες. Επίσης,
επιτέθηκαν στα αστυνομικά τμήματα και στα σημεία ελέγχου του ιρακινού στρατού
γύρω από την Πόλη Sadr. Ο ιρακινός στρατός, η αστυνομία
και οι «Υιοί του Ιράκ» που επάνδρωναν τα αστυνομικά τμήματα και τα σημεία
ελέγχου, ως επί το πλείστον κατέρρευσαν ή ενώθηκαν με τη JAM. Όταν, στις 25 Μαρτίου, η επίθεση στη Βασόρα άρχισε όπως είχε σχεδιαστεί,
οι δυνάμεις της JAM είχαν εκκαθαρίσει τις ιρακινές στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις από
την Πόλη Sadr, είχαν καταλάβει τα μισά σημεία ελέγχου γύρω από αυτή και είχαν εντείνει
τον βομβαρδισμό της Πράσινης Ζώνης. Οι αμερικανικές δυνάμεις αμύνονταν και
ενίσχυαν όπου μπορούσαν και με τις πρώτες αναφορές άρχισαν να συνειδητοποιούν
το μέγεθος και την κλίμακα της επίθεσης.
Ο πρωθυπουργός al-Maliki δεν μπορούσε να επιτρέψει στις επιθέσεις της JAM να αποκτήσουν εθνική σημασία και να επηρεάσουν την
ενέργεια που εξελίσσονταν στη Βασόρα ή να κάνουν να φανεί η
αναποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης του. Στις 25 Μαρτίου εξουσιοδότησε τον
ιρακινό στρατό και τις συμμαχικές δυνάμεις να ενεργήσουν εναντίον της JAM, με αποστολή να σταματήσουν τις επιθέσεις με τις ρουκέτες και να
αποκαταστήσουν τον κυβερνητικό έλεγχο στην Πόλη Sadr. Όμως, δεν άλλαξε τη διαταγή του που απαγόρευε την είσοδο των συμμαχικών
δυνάμεων στην Πόλη Sadr. Έτσι, οι αμερικανικές δυνάμεις θα
έπρεπε να πολεμήσουν έναν εχθρό που είχε εξασφαλίσει το καταφύγιο του.
Η δύναμη της JAM μέσα στην Πόλη Sadr εκτιμάτο σε δύο
έως τέσσερις χιλιάδες μαχητές. Ο εξοπλισμός τους περιλάμβανε τυφέκια ΑΚ-47,
πολυβόλα ΡΚΜ, τυφέκια ελευθέρου σκοπευτή των 0,50΄΄, RPG, όλμους των 60, 82, 120 χλστ., ΠΕΠ των 107 και 122 χλστ. και άγνωστο
αριθμό Α/Α πυραύλων SA-7. Επίσης, φαίνονταν να διαθέτουν ατέλειωτες ποσότητες IED και κατασκεύαζαν οι ίδιοι κεφαλές EFP (Explosive Formed Penetrators) που μπορούσαν να διαπεράσουν αρκετές ίντσες ατσάλι. Οι μαχητές της JAM κυμαίνονταν από ντόπιους με ελάχιστη εκπαίδευση και
ελαφρά όπλα μέχρι εκπαιδευμένες στο εξωτερικό «Ειδικές Ομάδες» και ελεύθερους
σκοπευτές με πολύ καλές, ατομικές, στρατιωτικές ικανότητες.
Η αποστολή της εξουδετέρωσης της απειλής της JAM έπεσε, κατά κύριο λόγο, στην 3η Ταξιαρχία, της
4ης Μεραρχίας Πεζικού, που διοικούνταν από τον Συνταγματάρχη John Hort. Η Ταξιαρχία είχε φτάσει στο Ιράκ τρεις μήνες πριν και ήταν υπεύθυνη για
την περιοχή γύρω από την Πόλη Sadr. Οι δύο μονάδες της που
σήκωσαν το κύριο βάρος της μάχης ήταν το 1ο Τάγμα του 68ου
Τεθωρακισμένου Συντάγματος (1-68 CAB), ένα τάγμα
συνδυασμένων όπλων (Combined Arms Battalion – CAB), που διοικούνταν από
τον Αντισυνταγματάρχη Mike Pappal, και η 1η Επιλαρχία του 2ου Συντάγματος Ιππικού Stryker (Stryker Cavalry Regiment – SCR), που διοικούνταν από
τον Αντισυνταγματάρχη Dan Barnett.
Οι μάχες ήταν σκληρές. Το 1-68 CAB και η 1-2 SCR ανταποκρίθηκαν αμέσως προσπαθώντας να ανακτήσουν τα σημεία ελέγχου στα όρια
της Πόλης Sadr. Όμως, αυτή τη φορά οι εξεγερμένοι δεν έφυγαν όταν αντιμετώπισαν την
προοπτική μιας σοβαρής μάχης. Οι μαχητές της JAM ήταν έτοιμοι να πολεμήσουν, είχαν κατασκευάσει πρόχειρες
αμυντικές θέσεις και συγκεντρώνονταν εκεί που εμφανίζονταν οι συμμαχικές
δυνάμεις. Αμερικανικές διμοιρίες αναγκάστηκαν να ζητήσουν υποστήριξη από ΕΕ/Π
όταν αποκόπηκαν από μεγάλες εχθρικές ομάδες οχυρωμένες σε πολυώροφα κτήρια. Αμερικανοί
στρατιώτες που προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν τα κτήρια γύρω από ένα γήπεδο
ποδοσφαίρου, που χρησιμοποιούνταν ως πεδίο εκτόξευσης ρουκετών, βρέθηκαν να
κυκλώνονται από 75 – 100 μαχητές της JAM. Ευτυχώς γι΄ αυτούς
ΕΕ/Π μπόρεσαν να απωθήσουν τους αντιπάλους τους.
Ιρακινός της Ιρακινής Εθνικής Αστυνομίας σε σημείο ελέγχου, στις 31/3/2008. |
Η έντονη φύση του αγώνα οδήγησε το 1-68 CAB να στραφεί στα άρματα του και στα ΤΟΜΑ του. Τα Abrams και τα Bradley βρίσκονταν σταθμευμένα στο Στρατόπεδο Taji, μία μεγάλη αμερικανική βάση περίπου 45΄ μακριά με το αυτοκίνητο. Πριν τη
μάχη το Τάγμα χρησιμοποιούσε θωρακισμένα HMMWV, που ήταν καταλληλότερα για την κίνηση σε πυκνοκατοικημένες περιοχές. Μία
συνήθη περίπολο αποτελούνταν από τέσσερα HMMWV και 16-20 στρατιώτες. Χρειάστηκαν τρεις με τέσσερις μέρες ώστε το 1-68 CAB να μετατραπεί από μία δύναμη ασφαλείας που στηρίζονταν
στα HMMWV, σε μία τεθωρακισμένη δύναμη συνδυασμένων όπλων. Οργανώθηκαν συγκροτήματα
στο επίπεδο του λόχου για να γίνει καλύτερη προσαρμογή των μέσων στην κατάσταση
και στο περιβάλλον. Bradley, άρματα μάχης και HMMWV χρησιμοποιήθηκαν με σκοπό το καλύτερο αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, ομάδες
από ένα Bradley και δύο άρματα ή από δύο Bradley και ένα άρμα, συνοδευόμενα από αποβιβασμένο πεζικό
προσφέρονταν περισσότερο για έντονο αστικό αγώνα παρά για καταστολή εξεγέρσεων.
Πριν τη μάχη το 1-68 CAB είχε πραγματοποιήσει μία σειρά οργανωτικών αλλαγών που
εξυπηρέτησαν τη μετάβαση του σε μικρές ομάδες συνδυασμένων όπλων. Το Τάγμα
συγκροτείτο από δύο ίλες αρμάτων και δύο λόχους πεζικού. Κανονικά οι υπομονάδες
αυτές εκπαιδεύονται και αναπτύσσονται σαν σύνολα, αν και είναι ικανές να
αλλάξουν τη συγκρότηση τους ανάλογα με την αποστολή. Όταν το Τάγμα έφτασε στη
Βαγδάτη η διοίκηση του διαπίστωσε ότι οι ίλες αρμάτων δεν είχαν αρκετό προσωπικό
(ή οχήματα) για να συγκροτήσουν αρκετά περίπολα ώστε να ανταποκριθούν στις
ανάγκες ασφαλείας των τομέων που τους είχαν ανατεθεί. Για να αντιμετωπισθεί
αυτό όλες οι υπομονάδες του Τάγματος αναδιοργανώθηκαν ώστε να περιέχουν
διμοιρίες από τους λόχους πεζικού (οι περισσότερες) και από τις ίλες αρμάτων. Η
αναδιοργάνωση αυτή από τη μία εξυπηρέτησε την άμεση ανάγκη να μπορούν οι
υπομονάδες να παράξουν αρκετά περίπολα και από την άλλη όταν χρειάστηκε το
Τάγμα να παρουσιαστεί στο πεδίο της μάχης ως δύναμη συνδυασμένων όπλων οι
οργανικοί δεσμοί μέσα στα συγκροτήματα των υπομονάδων ήταν έτοιμοι.
Καθώς το 1-68 CAB και η 1-2 SCR συνέχιζαν να μάχονται η 3η Ταξιαρχία και η 4η
Μεραρχία σχεδίαζαν μία επιχείρηση γύρω, και εν μέρει μέσα, στην Πόλη Sadr, για να ανακαταληφθούν όλα τα σημεία ελέγχου και τα αστυνομικά τμήματα που
είχαν χαθεί. Όμως, επιχείρηση αυτή περιείχε τον κίνδυνο να προκαλέσει
σημαντικές καταστροφές και μπήκε στο συρτάρι. Άλλωστε, είχαν καταφθάσει αρκετές
ενισχύσεις του ιρακινού στρατού και οι δυνάμεις αυτές ανακατέλαβαν όλα τα
αρχικά σημεία ελέγχου και η JAM υποχώρησε μέσα στην Πόλη Sadr. Αυτό επανέφερε κάπως τη
ζωή στην πόλη και η αγορά Jamila, η δεύτερη μεγαλύτερη
αγορά της Βαγδάτης, στην οδό al-Quds στα σύνορα Πόλης Sadr και συνοικίας Jamila άρχισε σιγά – σιγά να ξανανοίγει. Όμως, η JAM διατήρησε το ασφαλές καταφύγιο της και την ικανότητα της
να επιτίθεται όποτε αυτή θα το επέλεγε.
Η κύρια αποστολή της 3ης Ταξιαρχίας ήταν να
παύσει τη δυνατότητα της JAM να βάλλει με ρουκέτες την Πράσινη Ζώνη. Από τις 23 μέχρι τις 31 Μαρτίου η JAM είχε εκτοξεύσει 85 ρουκέτες στην Πράσινη Ζώνη. Η Ταξιαρχία,
για να εκτελέσει την αποστολή της, της είχαν διατεθεί πρωτοφανείς δυνατότητες
αναγνώρισης, επιτήρησης και βολής. Στις δυνατότητες αυτές περιλαμβάνονταν:
αεροσκάφη JSTARS, ραντάρ αντιπυροβολικού, ΜΕΑ (Global Hawk – Green Dart – Shadow και Predator), ΠΕΠ GMLRS, ΕΕ/Π, άμεσα διαθέσιμη αεροπορική υποστήριξη και εικόνα από αερόστατα. Παλιότερα
αυτά τα μέσα θα ήταν διαθέσιμα μόνο στον διοικητή του ΘΕ, αλλά τώρα έφτασαν
μέχρι το επίπεδο της ταξιαρχίας. Το
στρατηγείο της 3ης Ταξιαρχίας χρειάστηκε τρεις με τέσσερις μέρες για
να ανασυγκροτηθεί ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί όλες αυτές τις πληροφορίες
και τα μέσα βολής που του είχαν διατεθεί. Ακόμη και η εξεύρεση του
προσωπικού που θα παρακολουθούσε τις οθόνες με την εικόνα που έστελνε κάθε ένα ΜΕΑ
ήταν πρόκληση.
Ακόμη και με όλες τις παραπάνω δυνατότητες παρούσες, η
παύση των εκτοξεύσεων απαιτούσε την ενέργεια χερσαίων τμημάτων. Η επιχείρηση
για την κατάληψη των θέσεων από τις οποίες γίνονταν οι εκτοξεύσεις ονομάστηκε
«Άρνηση Προσβολής» και έλαβε χώρα από τις 26 Μαρτίου μέχρι τις 14 Απριλίου. Οι
αμερικανικές και ιρακινές δυνάμεις επιχείρησαν στις συνοικίες αμέσως νότια της
Πόλης Sadr για να καταλάβουν θέσεις που παρείχαν παρατήρηση για τις
βολές των ρουκετών. Κατέλαβαν ένα από τα λίγα πενταώροφα κτήρια στην περιοχή,
στη συνοικία Jamila, το οποίο χρησιμοποίησαν ως βάση των περιπόλων τους και εγκατέστησαν
ελευθέρους σκοπευτές στην οροφή. Έτσι, οι πιθανές θέσεις εκτοξεύσεως καταλήφθηκαν
η μία μετά την άλλη, η διατήρηση τους όμως ήταν μία ξεχωριστή πρόκληση, γιατί η
JAM παρέμενε ασφαλής στο καταφύγιο της, από το οποίο μπορούσε
να εξέρχεται, να χτυπά τις συμμαχικές δυνάμεις και να επιστρέφει. Οι οδοί προς
τις θέσεις εκτοξεύσεως ήταν πάντα μολυσμένοι με IED, τους οποίες οι αμερικανικές και ιρακινές δυνάμεις καθάριζαν τη μία μέρα
για να τους ξαναβρούν την επόμενη.
Μπορεί στις συμμαχικές δυνάμεις να είχε απαγορευθεί η
είσοδος στην Πόλη Sadr, αυτές όμως είχαν εξαιρετικές
δυνατότητες για να βλέπουν μέσα σε αυτήν. Οι ανοιχτοί χώροι ήταν υπό αδιάκοπη
παρακολούθηση, ώστε μόλις οι μαχητές της JAM έβγαιναν από τις κρυψώνες τους να μπορούν να προσβληθούν
από τα μέσα βολής που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Κατά την εξέλιξη της μάχης φάνηκε η τρωτότητα των Stryker της 1-2 SCR στα RPG και στις κεφαλές EFP της JAM. Η Επιλαρχία έχασε έξι Stryker σε έξι μέρες. Όχι μόνο ήταν τρωτά, αλλά και το πλάτος
τους (ιδιαίτερα με την προσθήκη του πλέγματος για την πρόωρη έκρηξη των RPG) τα επέτρεπε να κινούνται μόνο στις μεγάλες οδούς, καθιστώντας έτσι τις
κινήσεις τους προβλέψιμες και υποκείμενες σε ενέδρα. Γι΄ αυτόν και άλλους
λόγους η 3η Ταξιαρχία έδωσε μέρος του τομέα ευθύνης της 1-2 SCR στο 1-68 CAB, του οποίου τα Abrams και τα Bradley παρείχαν στους στρατιώτες μεγαλύτερη προστασία και ισχύ
πυρός για να πολεμήσουν τη JAM. Από τις δυνάμεις της
Μεραρχίας διατέθηκαν στο 1-68 CAB μία επιπλέον ίλη
αρμάτων και δύο ίλες Stryker, και στην 1-2 SCR ένας ουλαμός αρμάτων, ο οποίος ηγούνταν των περιπολιών των Styker, ώστε τα Abrams να δέχονται τα πρώτα πλήγματα σε περίπτωση επιθέσεων.
Μετά την αναδιοργάνωση, το 1-68 CAB και η 1-2 SCR είχαν συνολικά εννέα υπομονάδες. Ο συνολικός αριθμός των αμερικανικών
δυνάμεων που συμμετείχαν στις επιχειρήσεις αριθμούσε περίπου τρεις χιλιάδες συν
κάποιες χιλιάδες ιρακινοί στρατιώτες.
Στρατιώτες του 4ου Ουλαμού, της «Α» Ίλης, της
1-2 SCR, στην Πόλη Sadr, την 1η Απριλίου 2008.
|
Η εκτέλεση και των δύο αποστολών –η παύση της βολής
ρουκετών στην Πράσινη Ζώνη και η αποκατάσταση του κυβερνητικού ελέγχου- δυσχεραίνονταν
από τη δυνατότητα της JAM να μπαινοβγαίνει στην Πόλη Sadr κατά βούληση. Ένα από τα πρώτα μέτρα που πήραν οι συμμαχικές δυνάμεις ήταν
να χρησιμοποιήσουν τσιμεντένια εμπόδια για να φράξουν τις οδούς που έβγαιναν
από την Πόλη Sadr προς τα ΝΔ, να αυξήσουν τις περιπόλους σε αυτές τις
περιοχές, να στήσουν ενέδρες σε γνωστές θέσεις εκτόξευσης ρουκετών και να
ενισχύσουν τα σημεία ελέγχου των Ιρακινών στρατιωτών.
Αυτές οι πρώτες προσπάθειες δεν ήταν πλήρως
αποτελεσματικές και απαίτησαν μεγάλο αριθμό στρατευμάτων. Η 3η
Ταξιαρχία αποφάσισε να κατασκευάσει ένα συνεχές τείχος (με πλάκες των 3,65 μ. Χ
6 τόνων) κατά μήκος του νότιου συνόρου της Πόλης Sadr, που ορίζονταν από την οδό al-Quds, αναφερόμενη ως οδός «Gold» στους χάρτες του
αμερικανικού στρατού.
Στις 15 Απριλίου η επιχείρηση «Τείχος Gold» άρχισε. Το 1-68 CAB και η 1-2 SCR έστηναν τα τμήματα του τείχους καθημερινά. Αντίθετα από
τις προηγούμενες φορές, τώρα ο σκοπός δεν ήταν να προστατευθεί ο πληθυσμός μιας
συνοικίας που βρίσκονταν από τη μέσα μεριά του τείχους, αλλά να κρατηθεί η JAM μέσα στην Πόλη Sadr. Όπως στις
μεσαιωνικές πολιορκίες κάθε βράδυ οργανώνονταν οι φάλαγγες με τα μηχανήματα,
μόνο που τώρα αποτελούνταν από άρματα μάχης στην κεφαλή, αρματοφορείς με τις
τσιμεντένιες πλάκες, γερανούς, ΤΟΜΑ και άλλα οχήματα.
Η κατασκευή του
τείχους συνάντησε ισχυρή αντίσταση από την αρχή. Η πρώτη τακτική της JAM ήταν να τοποθετεί IED στις οδούς που οδηγούσαν στη θέση που θα συνεχίζονταν η
κατασκευή του τείχους την επομένη. Οι IED τοποθετούνταν στους σωρούς των σκουπιδιών που αφθονούσαν
κατά μήκος των δρόμων. Εξαιτίας των IED το προσωπικό του μηχανικού έπρεπε να ερευνήσει λεπτομερώς
την ύποπτη περιοχή και αν έβρισκε μία συσκευή να την καταστήσει ασφαλή ώστε να
την περισυλλέξει για περαιτέρω πληροφορίες. Όμως, αυτή η διαδικασία μπορούσε να
πάρει ώρες για μία μόνο συσκευή, ενώ, για παράδειγμα, σε μία περίπτωση, η JAM είχε τοποθετήσει είκοσι IED σε έναν μόνο δρόμο. Οπότε μία ταχύτερη μέθοδος ήταν
αναγκαία. Τα άρματα μάχης έβαλλαν με τα πυροβόλα τους βλήματα canister (κατά προσωπικού, σαν τα σκάγια των κυνηγετικών φυσιγγίων) πάνω στους σωρούς
των σκουπιδιών, και σε πολλές περιπτώσεις ανατίναζαν και τις IED που υπήρχαν. Εάν μία IED βρίσκονταν, με κάποιο
τρόπο, δεν περίμεναν, αλλά την προσέβαλλαν με τα πυροβόλα των 25 χλστ. και τα
πολυβόλα για να εκραγεί.
Όταν η φάλαγγα έφτανε στη θέση κατασκευής, τα άρματα
μάχης, τα ΤΟΜΑ και το πεζικό έπαιρναν θέσεις για να καλύψουν τον γερανό και
τους στρατιώτες που καθοδηγούσαν την τοποθέτηση των πλακών. Στην αρχή οι
μαχητές της JAM έβαλαν σε αυτούς μέσα από την Πόλη, αλλά αυτό αποκάλυπτε
τις θέσεις τους και δέχονταν τα ανταποδοτικά πυρά. Σκοπευτές της JAM προσπαθούσαν να πετύχουν το συρματόσχοινο του γερανού ή
τον στρατιώτη που έπρεπε να ανέβει σε μία σκάλα για να βγάλει τον γάντζο αφότου
η πλάκα είχε μπει στη θέση της. Οι ελεύθεροι σκοπευτές των ειδικών δυνάμεων
αποδείχτηκαν εξαιρετικά αποτελεσματικοί στην αντιμετώπιση των σκοπευτών της JAM. Όμως, υπήρχαν και περιπτώσεις που σκοπευτές της JAM κατείχαν τέτοιες θέσεις ώστε μόνο πυρομαχικά που μπορούσαν να διαπεράσουν
τους τοίχους ή τους ορόφους των κτηρίων μπορούσαν να τους εξουδετερώσουν. Σε
μία περίπτωση, ένας ελεύθερος σκοπευτής της JAM κατείχε μία θέση σε ένα πενταώροφο κτήριο που του παρείχε
εξαιρετικά πεδία βολής, ενώ η θέση του ήταν τόσο ισχυρή που κανένα όπλο
ευθυτενούς τροχιάς δεν μπόρεσε να τον εξουδετερώσει. Τελικά, το 1-68 CAB ζήτησε να κατεδαφιστεί το κτήριο με πυρά ΠΕΠ. Πρέπει όμως
να αναφερθεί ότι σε όλη τη μάχη της Πόλης Sadr ζητήθηκαν μόνο τρεις φορές πυρά πυροβολικού από τον φόβο
των παράπλευρων απωλειών που θα είχαν πολιτικές επιπτώσεις, τόσο μέσα στο Ιράκ,
όσο και διεθνώς.
Από την τοποθέτηση των πλακών στις 20 Απριλίου 2008, από προσωπικό του μηχανικού της 3ης Ταξιαρχίας. Φαίνεται ο στρατιώτης που ανεβαίνει με σκάλα στο τοιχίο για να βγάλει τον γάντζο. |
Η κατασκευή του τείχους προχωρούσε αργά. Στην αρχή το
τείχος κατασκευάζονταν νύχτα για να μπορούν να εκμεταλλεύονται οι Αμερικανοί το
πλεονέκτημα που είχαν με τις συσκευές νυχτερινής όρασης. Όμως, όταν επέστρεφαν
στις βάσεις τους, μετά το πέρας της νυχτερινής εργασίας, η JAM γέμιζε τις οδούς με IED, Αποφασίστηκε να είναι συνεχής η παρουσία και το προσωπικό να εργάζεται σε
βάρδιες των 13 ωρών. Ο αριθμός των τσιμεντένιων πλακών που μπορούσε να
τοποθετηθεί σε μία βάρδια εξαρτιόνταν από την εχθρική αντίδραση, τον διαθέσιμο
αριθμό αρματοφορέων και άλλους παράγοντες. Σε μία κακή νύχτα μπορούσε να μην
τοποθετηθεί ούτε μία πλάκα, ενώ το ρεκόρ στη διάρκεια μίας βάρδιας ήταν 105.
Κάθε βάρδια περιλάμβανε μία ομάδα εκκαθάρισης οδών, για
να εκκαθαρίσει την οδό μέχρι τον χώρο κατασκευής, μία ομάδα ασφαλείας για τον
χώρο συγκεντρώσεως των υλικών, όπου υπήρχαν οι αρματοφορείς, ένας γερανός και
σε κάποιες περιπτώσεις δύο θωρακισμένα περονοφόρα, που μετέφεραν τις
τσιμεντένιες πλάκες στη θέση κατασκευής από την οδό που είχε εκκαθαριστεί και
την ομάδα κατασκευής που περιλάμβανε ένα γερανό, το προσωπικό τοποθέτησης και
ένα συγκρότημα συνδυασμένων όπλων.
Όταν η JAM συνειδητοποίησε ότι οι IED δεν θα σταματούσαν την κατασκευή του τείχους, έβγαζε τους μαχητές της έξω
για να εμπλέξουν τους πολιορκητές τους με άμεσα πυρά. Έτσι, όμως, παρέδιδαν το
μεγαλύτερο τους πλεονέκτημα, που ήταν η κάλυψη που τους προσέφερε η πόλη. Μόλις
οι παραστρατιωτικοί της JAM συγκεντρώνονταν για να επιτεθούν γίνονταν έρμαιο στα απείρως ικανότερα μέσα
παρατήρησης – εντοπισμού και βολής που διέθετε η συμμαχία.
Η κατασκευή του τείχους είχε κι ένα απρόσμενο αποτέλεσμα:
απέκοψε τη JAM από τους οικονομικούς της πόρους. Η αγορά Jamila, στην οδό al-Quds, απέφερε πολλά χρήματα
στην οργάνωση, επειδή τα μέλη της εκβίαζαν τους εμπόρους και τους κατοίκους της
και πουλούσαν και οι ίδιοι εμπορεύματα και όπλα. Η κατασκευή του τείχους
απέκοψε την οργάνωση από την αγορά, στερώντας της πολύτιμους πόρους.
H JAM δεν είχε άλλη επιλογή από το να αντισταθεί στην κατασκευή
του τείχους, το οποίο θα την απέκοπτε από τον υπόλοιπο κόσμο και θα την
ανάγκαζε να περνάει από τα σημεία ελέγχου του ιρακινού στρατού όπου τα μέλη της
θα μπορούσαν να εξουδετερωθούν ένα – ένα. Όμως, οι μάχες την έφθειραν και δεν
μπορούσε να αναπληρώσει τις απώλειες της σε ανθρώπους και σε εφόδια. Όταν οι
τελευταίες τσιμεντένιες πλάκες έμπαιναν στη θέση τους φαινόταν ότι η JAM είχε φτάσει στα όρια των δυνατοτήτων της.
Σε ένα μήνα η 3η Ταξιαρχία τοποθέτησε τέσσερις
χιλιάδες πλάκες για να κατασκευάσει ένα τείχος τριών μιλίων. Κατά τη διάρκεια
της μάχης η 3η Ταξιαρχία έβαλλε 120 πυραύλους Hellfire, 6 πυραύλους GMLRS, 8 κατευθυνόμενες βόμβες της
αεροπορίας, 800 βλήματα αρμάτων 120 χλστ. και 12.000 βλήματα 25 χλστ. των Bradley. Ο ακριβής αριθμός των απωλειών της JAM είναι δύσκολο να υπολογιστεί. Σύμφωνα με κάποιες αναφορές
είχε 700 νεκρούς, είναι πιθανόν όμως συνολικά οι νεκροί, τραυματίες και
αιχμάλωτοι της JAM να ανέρχονταν σε κάποιες χιλιάδες. Η αμερικανική πλευρά είχε έξι νεκρούς.
Στις 12 Μαΐου ο Muqtada al-Sadr ανακοίνωσε την κατάπαυση του πυρός. Η τελευταία
τσιμεντένια πλάκα μπήκε στη θέση της στις 15 Μαΐου. Η JAM δεν είχε ηττηθεί αποφασιστικά, αλλά η αντίσταση που
προέβαλε όταν ο ιρακινός στρατός εισήλθε στην Πόλη Sadr ήταν ελάχιστη. Οι αμερικανικές δυνάμεις που συμμετείχαν
στην επιχείρηση ξαναγύρισαν στην οργάνωση που είχαν για την εκτέλεση
επιχειρήσεων ασφαλείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου